ΠΤΩΧΕΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Πτώχευση επιχείρησης και απαιτήσεις των εργαζομένων

Γενικά

Πτώχευση είναι η νομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εργοδότης-επιχειρηματίας που αδυνατεί να πληρώσει εμπρόθεσμα τα χρέη του και κηρύσσεται με ειδική απόφαση, ύστερα από αίτησή του ή κάποιου από τους δανειστές του ή και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο.

Η πτώχευση του εργοδότη δεν αποτελεί γεγονός ανωτέρας βίας και δεν επιφέρει αυτομάτως τη λύση της συμβάσεως εργασίας. Για τη λύση της συμβάσεως επιβάλλεται η έγγραφη καταγγελία από τον Σύνδικο πτωχεύσεως. Δεν απαιτείται για την εγκυρότητα της καταγγελίας και η καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως.

Ο Σύνδικος της πτώχευσης είναι το πρόσωπο που διορίζεται από το δικαστήριο και έχει ως καθήκον να διαχειρισθεί την πτωχευτική διαδικασία. Τα βασικά του καθήκοντα είναι να καταγράψει την περιουσία του οφειλέτη, να διαπιστώσει τις υποχρεώσεις του και να προχωρήσει είτε στην εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και τη διανομή του προϊόντος της εκποίησης στους πιστωτές, είτε να προσπαθήσει την επίτευξη ενός συμβιβασμού μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών, με σκοπό τη διάσωση της επιχείρησης “προσωρινά” μέχρι δηλαδή να ληφθεί απόφαση για την τύχη της κ.λπ. Ο Σύνδικος πρέπει να είναι πρόσωπο με πείρα και γνώσεις στους τομείς του πτωχευτικού δικαίου και της διοίκησης επιχειρήσεων. Ευθύνεται απέναντι στους πιστωτές και τον οφειλέτη για κακή διαχείριση ή παράβαση του νόμου.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων σύνδικοι πτωχεύσεως διορίζονται Δικηγόροι.

Για ό,τι αφορά τις συμβάσεις εργασίας το άρθρο 34 του ν. 3588/77 (πτωχευτικός κώδικας) προβλέπει τα εξής: “Ο σύνδικος, εφόσον ο οφειλέτης είναι εργοδότης, μπορεί να λύσει τη σύμβαση εργασίας, αορίστου χρόνου με καταγγελία. Η πτώχευση αποτελεί σπουδαίο λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου. Για το κύρος της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου δεν απαιτείται η καταβολή αποζημίωσης.”

Από την ημέρα που θα δημοσιευθεί η δικαστική απόφαση για την κήρυξη της πτωχεύσεως και μέχρι ο σύνδικος να αποδεχθεί τις υπηρεσίες των μισθωτών οι μισθολογικές απαιτήσεις τους από τις συνεχιζόμενες συμβάσεις τους, καθώς και οι απαιτήσεις τους για τις αποζημιώσεις από τις απολύσεις που θα ενεργήσει τυχόν ο σύνδικος θεωρούνται πτωχευτικές. Συγκεκριμένα το άρθρο 34 παραγρ. 4 του νόμου προβλέπει τα εξής: “Οι απαιτήσεις των μισθωτών από μισθούς και λοιπές παροχές που γεννήθηκαν πριν την κήρυξη της πτώχευσης, καθώς και κάθε συναρτώμενη με την καταγγελία απαίτησή τους, όπως ιδίως αποζημίωση εκ του νόμου, αποτελούν πτωχευτικές απαιτήσεις, για τις οποίες οι μισθωτοί ικανοποιούνται ως πτωχευτικοί πιστωτές κατά τις ειδικότερες περί κατατάξεως των πιστωτών διατάξεις του κώδικα.”

Ακόμη το άρθρο 34 παραγ. 5 του νόμου προβλέπει: “Μισθωτός που πραγματικά συνεχίζει να παρέχει ή παρέχει την εργασία του μετά την κήρυξη της πτώχευσης, λόγω συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας από τον οφειλέτη ή τον σύνδικο, για τους μισθούς και τις συναφείς παροχές, ικανοποιούνται ως ομαδικός πιστωτής”.

Κατόπιν αυτών για να καταγγείλει ο σύνδικος τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου των μισθωτών, των οποίων τις υπηρεσίες αποδέχθηκε για την εξυπηρέτηση του διαχειριστικού έργου του ή για τη συνέχιση της εμπορίας του πτωχού, πρέπει να τηρήσει όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις, όπως κάθε εργοδότης, αλλιώς οι απολύσεις είναι άκυρες και οφείλονται μισθοί υπερημερίας.

Από τη ρευστοποίηση του ενεργητικού ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των πιστωτών. Σύμφωνα με το άρθρο 975 του Κωδ.Πολ.Δ. και του ν. 3588/77 οι απαιτήσεις των εργαζομένων, ως απαιτήσεις εκ παροχής εξαρτημένης εργασίας, περιλαμβάνονται στις προνομιακές κατατάξεις των απαιτήσεων, στο πλαίσιο της ικανοποίησης των πιστωτών από το ενεργητικό της επιχείρησης. Στην πρώτη σειρά των προνομιακών απαιτήσεων κατατάσσονται οι απαιτήσεις του Δημοσίου.

Το άρθρο 111 του νόμου κατηγοριοποιεί τις απαιτήσεις και οι απαιτήσεις των εργαζομένων αποτελούν ιδιαίτερη ομάδα.

Πτώχευση εργοδότη και παροχές από Ο.Α.Ε.Δ.

Μετά την ισχύ του ν. 1836/89 και Π.Δ. 1/90 και 151/99 στον Ο.Α.Ε.Δ. συστήθηκε αυτοτελής λογαριασμός προστασίας εργαζομένων από την αφερεγγυότητα του εργοδότη. Πόροι του λογαριασμού αυτού είναι το ποσοστό 0,15% της εργοδοτικής εισφοράς. Αφερέγγυος εργοδότης είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που περιέρχεται σε κατάσταση πτώχευσης με τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του δικαστηρίου, με την οποία προσδιορίστηκε η ημέρα παύσης πληρωμών και κηρύχθηκε η πτώχευση.

Οι εργαζόμενοι, ύστερα από αίτησή τους, οφείλουν να προσκομίσουν στον Ο.Α.Ε.Δ.

α) βεβαίωση του σύνδικου πτώχευσης από την οποία να προκύπτει το ύψος των ανεξόφλητων αποδοχών

β) υπεύθυνο δήλωση για το ύψος των ανεξόφλητων αποδοχών

γ) τα ασφαλιστικά βιβλιάρια

Η πληρωμή των ανεξόφλητων αποδοχών που καταβάλλεται στον εργαζόμενο από τον “λογαριασμό προστασίας εργαζομένων από αφερεγγυότητα εργοδότη” δεν μπορεί να υπερβεί τις αποδοχές 3 μηνών, που εμπίπτουν στο εξάμηνο που προηγείται της δημοσίευσης της πτωχευτικής απόφασης.

Με την πληρωμή των ανεξόφλητων αποδοχών ο Ο.Α.Ε.Δ. υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα αντίστοιχα δικαιώματα των εργαζομένων.

Επίσης σύμφωνα με τον ν. 1172/81 η αποζημίωση λόγω καταγγελίας μπορεί, υπό προϋποθέσεις, με απόφαση του Υπ. Εργασίας να καταβάλλεται στους μισθωτούς από τον Ο.Α.Ε.Δ.

 

Δείτε ακόμα

1η Μαΐου 2021 ημέρα Σάββατο

1η Μαΐου 2021 ημέρα Σάββατο Αφού η ημέρα της 1ης Μαΐου κηρύχθηκε ως υποχρεωτική αργία …

25η Μαρτίου 2021 – ημέρα Πέμπτη

25η Μαρτίου 2021 – ημέρα Πέμπτη Οπως προβλέπει το άρθρο 2 του ν.δ. 3755/1957, μετά …