Διάκριση Υπαλλήλων και Εργατοτεχνιτών Σύμφωνα με τις διατάξεις άρθρου 10 του πδ.8/13.12.28, ν.4558/30, νδ. 2655/53 "Ιδιωτικός υπάλληλος θεωρείται παν πρόσωπον κατά κύριον επάγγελμα απασχολούμενον επ' αντιμισθία, ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής, εις υπηρεσίαν ιδιωτικού καταστήματος, γραφείου ή εν γένει επιχειρήσεως ή οιασδήποτε εργασίας και παρέχον εργασίαν αποκλειστικώς ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν. Δεν θεωρούνται ιδιωτικοί υπάλληλοι οι υπηρέται πάσης κατηγορίας, καθώς και παν εν γένει πρόσωπον, το οποίον χρησιμοποιείται εν τη παραγωγή αμέσως ως βιομηχανικός, βιοτεχνικός, μεταλλευτικός ή γεωργικός εργάτης ή ως βοηθός ή μαθητευόμενος των εν λόγω κατηγοριών ή παρέχουν υπηρετικάς εν γένει υπηρεσίας". Τα ίδια ορίζουν και ο ν. 2112/20 και 3198/55. Αυτά ορίζουν εύστοχα οι παλαιές αυτές διατάξεις. Με βάση τα πιο πάνω η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον χαρακτηρισμό αυτού που περιλαμβάνεται στη σύμβαση εργασίας ή του τρόπου της αμοιβής του (μισθός- ημερομίσθιο). Όπως έχουν δεχθεί κατά καιρούς και τα δικαστήρια ως εργασία εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ όταν η εργασία είναι προϊόν πνευματικής καταβολής, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται γι’ αυτήν και την εκτελεί με υπευθυνότητα, θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων. Για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου απαιτείται και εξιδιασμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση και ιδίως η ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, γιατί μόνον όταν συντρέχουν αυτά τα πνευματικά στοιχεία υπερτερεί του σωματικού. Ειδικότερα για το χαρακτηρισμό ως ιδιωτικών υπαλλήλων των απασχολουμένων στη βιομηχανική παραγωγή, δεν αρκεί η άσκηση στο χειρισμό και στη ρύθμιση των μηχανικών μέσων με τα οποία, λόγω της αλματώδους τεχνολογικής προόδου, αναπληρώνεται η καταβολή μυϊκής δυνάμεως, αλλά απαιτείται πλην της εξιδιασμένης εμπειρίας και η ανάπτυξη πρωτοβουλίας ή η ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, γιατί μόνον αν συντρέχουν αυτά το πνευματικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού.