ΝΟΜΟΣ 3833/2010

Ν.3833/2010

Προστασία της Εθνικής Οικονομίας επείγοντα Μέτρα για την αντιμετώπιση της Δημοσιονομικής κρίσης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A’
ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΤΟΥΣ 2010

Άρθρο 1
Μείωση αποδοχών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα

1. Τα έξοδα παράστασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως καθορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 565/1977 (ΦΕΚ 85 Α’), καθώς και του Προέδρου της Κυβέρνησης, του Προέδρου της Βουλής, του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, των Υπουργών και των Υφυπουργών, όπως καθορίζονται με την αριθ. 70025/1929/5.6.1979 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με το άρθρο 55 του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α’), μειώνονται κατά ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%).

2. Τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη προβλεπόμενα των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), των μόνιμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος μειώνονται κατά ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%).

Τα επιδόματα των παραγράφων A3 των άρθρων 30 και 33 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’), όπως ισχύουν, μειώνονται κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) και τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας μειώνονται κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) αντίστοιχα.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος και κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας.

3. Από τη μείωση της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται τα επιδόματα που προβλέπονται στις παρακάτω διατάξεις, όπως ισχύουν κάθε φορά:

α) οικογενειακής παροχής [άρθρο 11 παρ. 1, 30 και 33 παρ. Α4 , 35 παρ. Α5, 36 και 37 παρ. 2ε, 38 παρ. 3δ, 40, 41 και 42 παρ. 2δ, 44 παρ. Α5, 47 παρ. Α4, 49 παρ. 3ε, 51 παρ. Α2 του ν. 3205/2003, άρθρο 16 παρ. 2ε του ν. 3432/2006 (ΦΕΚ 14 Α’), άρθρο 12 παρ. 2ε του ν. 3413/2005 (ΦΕΚ 278 Α’), άρθρο 11 παρ. 2ε του ν. 3450/2006 (ΦΕΚ 64 Α’), άρθρο 26 παρ. 2ε του ν. 3585/2007 (ΦΕΚ 148 Α’)],

β) χρόνου υπηρεσίας (άρθρα 30 και 33 παρ. Α1, 35 παρ. Α1, 36 και 37 παρ. 2α, 38 παρ. 3α, 40, 41 και 42 παρ. 2α, 44 παρ. Α1, 47 παρ. Α1, 48 παρ. 2α, 49 παρ. 3α και 51 παρ. Α1 του ν. 3205/2003, άρθρο 16 παρ. 2α του ν. 3432/2006, άρθρο 12 παρ. 2α του ν. 3413/2005, άρθρο 11 παρ. 2α του ν. 3450/2006, άρθρο 26 παρ. 2α του ν. 3585/2007),

γ) εφημέριων (άρθρο 45 του ν. 3205/2003),

δ) ραδιενέργειας (άρθρο 8 παρ. Α16 και άρθρο 38 παρ. 3ε του ν. 3205/2003),

ε) ειδικής απασχόλησης (άρθρο 8 παρ. Α6 περ. α’ του ν. 3205/2003),

στ) ειδικών συνθηκών εργασίας (άρθρο 8 παρ. Α11 του ν. 3205/2003),

ζ) επικίνδυνης εργασίας [άρθρο 78 του ν. 3421/2005 (ΦΕΚ 302 Α’)],

η) καταδυτικού [άρθρο 23 παρ. 3 του ν. 3511/2006 (ΦΕΚ 258 Α’)],

θ) αναπηρίας και κινδύνου [άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 2448/1996 (ΦΕΚ 279 Α’)],

ι) μεταπτυχιακών σπουδών [άρθρο 8 παρ. Α1, άρθρο 30 παρ. 2, άρθρο 33 παρ. 2, άρθρο 35 παρ. 2, άρθρο 37 παρ. 10, άρθρο 39 παρ. 1β, άρθρο 44 παρ. 2, άρθρο 47 παρ. 2, άρθρο 48 παρ. 2β, άρθρο 49 παρ. 3β του ν. 3205/2003, άρθρο 11 παρ. 4 του ν. 3450/2006 (ΦΕΚ 64 Α’), άρθρο 16 παρ. 8 του ν. 3432/2006 (ΦΕΚ 14 Α’)],

ια) αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (άρθρο 8 παρ. Α2 του ν. 3205/2003) και αποφοίτων Εθνικής Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης [άρθρο 8 παρ. 2 του ν. 3670/2008 (ΦΕΚ 117 Α’)],

ιβ) κινήτρου απόδοσης (άρθρο 12 παρ. 1 και 47 παρ. A3 του ν. 3205/2003).

4. Στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 2 στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3205/2003, εξαιρούνται από τη μείωση, που προβλέπεται στην παράγραφο 2, τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους ή με το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Αν στο ανωτέρω προσωπικό δεν καταβάλλονται επιδόματα, αποζημιώσεις ή αμοιβές κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος, οι πάσης φύσεως αποδοχές μειώνονται κατά επτά τοις εκατό (7%).

5. Οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση, σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (ΦΕΚ 314 Α’), μειώνονται κατά ποσοστό επτά τοις εκατό (7%). Τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας μειώνονται κατά τριάντα τοις εκατό (30%), αντίστοιχα. Από τη μείωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής, καθώς και της παραγράφου 4 κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας.

6. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α., τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, καθώς και τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και εκτελεστικά μέλη διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) των Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005.

7. Οι πάσης φύσεως αμοιβές, αποζημιώσεις και απολαβές των μελών των συλλογικών οργάνων διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ. και των μελών Δ.Σ. των Ν.Π.Ι.Δ. επί των οποίων εφαρμόζονται οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου αυτού, μειώνονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου ή απόφασης οποιουδήποτε οργάνου διοίκησης του νομικού προσώπου.

8. Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 5, 6 και 7 δεν εφαρμόζονται στις εταιρείες που υπάγονται στο Κεφάλαιο Β’ του ν. 3429/2005, εφόσον το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ίδιου νόμου κατέχουν μόνα ή από κοινού ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%), καθώς και στις Τράπεζες.

9. Τα ποσά που προκύπτουν από τη μείωση που προβλέπεται στο άρθρο αυτό και αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2010 μέχρι την εφαρμογή του νόμου αυτού παρακρατούνται από τη μισθοδοσία των επόμενων της ψήφισης του νόμου αυτού μηνών ως εξής:

(α) για ποσά μέχρι εκατόν πενήντα ευρώ (150 e) εφάπαξ,

(β) για ποσά μέχρι τριακόσια ευρώ (300 e) σε δύο μηνιαίες δόσεις,

(γ) για ποσά μέχρι εξακόσια ευρώ (600 e) σε τέσσερις μηνιαίες δόσεις,

(δ) για ποσά μέχρι χίλια ευρώ (1.000 e) σε έξι μηνιαίες δόσεις και

(ε) για ποσά άνω των χιλίων ευρώ (1.000 e) σε οκτώ μηνιαίες δόσεις.

Άρθρο 2
Ανώτατο όριο αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών

1. Οι πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που καταβάλλονται στους λειτουργούς ή υπαλλήλους ή μισθωτούς με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος απαγορεύεται να υπερβαίνουν τις αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, όπως αυτές κάθε φορά καθορίζονται, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή παροχή, τα επιδόματα εορτών και αδείας, καθώς και τα επιδόματα των παραγράφων 7, 8 και 9 του άρθρου 12 του ν. 3205/2003.

Στο ανωτέρω όριο δεν συνυπολογίζεται το επίδομα για υπηρεσία στην αλλοδαπή, όπως προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α., τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και τα μέλη διοικητικών συμβουλίων, καθώς και στο πάσης φύσεως προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005.

Εξαιρούνται οι εταιρείες που υπάγονται στο Κεφάλαιο Β’ του ν. 3429/2005, εφόσον το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 1 του ίδιου νόμου, κατέχουν μόνα ή από κοινού ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%), οι Τράπεζες, καθώς και οι εταιρείες, στις οποίες το Δημόσιο, αν και πλειοψηφών μέτοχος, δεν ασκεί τη διοίκηση και διαχείρισή τους.

3. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται υπέρβαση του ορίου που καθορίζεται στην παράγραφο 1 μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%), ανάλογα με τα ειδικά προσόντα ή τις ειδικές συνθήκες απασχόλησης, στον πρόεδρο και στον αντιπρόεδρο ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, στον διοικητή και στον πρόεδρο Ν.Π.Δ.Δ. και μέχρι του διπλάσιου του ορίου της παραγράφου 1, στον πρόεδρο ή στον διευθύνοντα σύμβουλο Ν.Π.Ι.Δ.

4. Από το όριο που ορίζεται στην παράγραφο 1 εξαιρούνται:

α) οι δικαστικοί λειτουργοί και το κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), για τους οποίους ως ανώτατο όριο αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών ή απολαβών, ορίζονται οι εκάστοτε αποδοχές του Προέδρου του Αρείου Πάγου χωρίς οικογενειακή παροχή και β) οι ιατροί του Ε.Σ.Υ., για τους οποίους ως όριο ορίζεται το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3808/2009 (ΦΕΚ 227 Α’).

5. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρος συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας, που καθορίζει αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που ορίζεται στις προηγούμενες παραγράφους. Αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που υπερβαίνουν το ανώτατο όριο των διατάξεων του άρθρου αυτού αναπροσαρμόζονται αυτοδίκαια στο αντίστοιχο όριο.

Άρθρο 3
Εισοδηματική πολιτική έτους 2010

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και μέχρι 31.12.2010 απαγορεύεται η συνομολόγηση, καθώς και η χορήγηση ή η καταβολή, με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιονδήποτε λόγο, αυξήσεων στις κάθε είδους, φύσεως και ονομασίας αποδοχές των λειτουργών, υπαλλήλων και εργαζομένων κατά την ίδια χρονική περίοδο και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στο Δημόσιο εν γένει, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α., καθώς και τα Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και στις δημόσιες επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 παρ. 5 και 2 παρ. 2, πέραν των συνολικών αποδοχών που καταβάλλονται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, όπως οι αποδοχές αυτές αναπροσαρμόζονται με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2.

2. Η απαγόρευση αυτή: (α) καλύπτει κάθε συνομολόγηση αυξήσεων που γίνεται με γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, υπουργικής απόφασης ή οποιουδήποτε είδους διοικητικής πράξης κανονιστικού χαρακτήρα ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, (β) ισχύει για όλους τους εργαζομένους χωρίς εξαίρεση, στους φορείς της προηγούμενης παραγράφου, που συνδέονται είτε με σχέση δημοσίου δικαίου είτε με σύμβαση ή σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, (γ) καλύπτει κάθε είδους αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων, δηλαδή τους μισθούς, τα ημερομίσθια, τα ωρομίσθια, τα επιδόματα, τα βοηθήματα ή τις οποιεσδήποτε άλλες παροχές προς αυτούς (μπόνους κ.λπ.), κατά οποιονδήποτε τρόπο και με οποιαδήποτε μορφή ή ονομασία επιχειρείται, είτε με αύξηση υφιστάμενων είτε με θέσπιση ή συνομολόγηση νέων τέτοιων αποδοχών ή παροχών.

3. Από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων εξαιρούνται μόνο οι ήδη προβλεπόμενες από νόμο, κανονιστική πράξη, συλλογική σύμβαση εργασίας, διαιτητική απόφαση, καταστατικό ή κανονισμό εργασίας, αυξήσεις αποδοχών που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή τη μισθολογική ή υπηρεσιακή εξέλιξη των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4. Πάσης φύσεως αποδοχές που καταβάλλονται κατά παράβαση των προηγούμενων διατάξεων αναζητούνται υποχρεωτικώς. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού και ύστερα από ακρόαση των ενδιαφερομένων παύονται από τα καθήκοντά τους ο διοικητής ή πρόεδρος, ο διευθύνων σύμβουλος και τα μέλη του Δ.Σ. των φορέων που υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, οι οποίοι δεν εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος.

5. Κάθε διάταξη νόμου και κάθε διάταξη, όρος ή ρήτρα συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, υπουργικής απόφασης ή οποιουδήποτε είδους διοικητικής πράξης κανονιστικού χαρακτήρα, καθώς και κάθε όρος ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνία που αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος και των προηγούμενων άρθρων καταργούνται.

Άρθρο 4
Αναπροσαρμογή χρηματοδότησης ΟΑΠ-ΔΕΗ και ΤΑΠ-ΟΤΕ

Η κατά το έτος 2010 και εφεξής χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων ΟΑΠ-ΔΕΗ και ΤΑΠ-ΟΤΕ που προβλέπεται στο άρθρο 34 του ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α’) και 26 του ν. 2843/2000 (ΦΕΚ 197 Α’) δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το προβλεπόμενο στον προϋπολογισμό του έτους 2010 ποσό, μειωμένο κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

Τα διοικητικά συμβούλια των παραπάνω ασφαλιστικών ταμείων υποχρεούνται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού να προβούν με απόφασή τους, που εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Οικονομικών, σε αναπροσαρμογή των παροχών, ώστε να προκύπτει ισοσκελισμένος προϋπολογισμός.

Αν τα Δ.Σ. δεν προβούν στην πιο πάνω ενέργεια, αναπροσαρμόζονται οι ασφαλιστικές παροχές των ταμείων αυτών με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Οικονομικών.

Άρθρο 5
Έκτακτη οικονομική εισφορά στα φυσικά πρόσωπα με μεγάλο εισόδημα

1. Επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ εισφορά ποσοστού ένα τοις εκατό (1%) επί του εισοδήματος των φυσικών προσώπων που φορολογούνται κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994), καθώς και στο εισόδημα σχολάζουσας κληρονομιάς. Επίσης στο εισόδημα των φυσικών προσώπων τα οποία φορολογούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ζ’ Ψηφίσματος του έτους 1975 (ΦΕΚ 23 Α’).

2. Για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το συνολικό καθαρό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή της σχολάζουσας κληρονομιάς των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010, εφόσον αυτό είναι εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000 e) και άνω.

3. Για την εξεύρεση του συνολικού εισοδήματος δεν προσμετρώνται τα εισοδήματα της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε.

4. Για τον υπολογισμό, τη βεβαίωση, τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, το χρόνο καταβολής της, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την έκτακτη εισφορά του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 18 του ν. 3758/2009 (ΦΕΚ 68 Α’).

5. α. Στο άρθρο 39 παρ. 1 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μετά τις λέξεις “και επανελέγχων” προστίθενται οι λέξεις “καθώς και για την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων, τη βεβαίωση και την επιδίωξη είσπραξης των εσόδων,”.

β. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του ν. 1914/1990, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, οι λέξεις “οι οποίοι κατά τη διενέργεια του ελέγχου εξομοιούνται με τους προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. και των περιφερειακών διευθύνσεων του Σ.Δ.Ο.Ε. και έχουν τα αυτά δικαιώματα και υποχρεώσεις με αυτούς” αντικαθίστανται από τις λέξεις και προστίθεται εδάφιο ως εξής: “οι οποίοι κατά τη διάρκεια της τοποθέτησης εξομοιούνται με τους προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. και των περιφερειακών διευθύνσεων της ΥΠ.Ε.Ε. για όλες τις αρμοδιότητες που αφορούν έλεγχο, επανέλεγχο, καταλογισμό, βεβαίωση και επιδίωξη της είσπραξης των εσόδων και έχουν τα αυτά δικαιώματα και υποχρεώσεις με αυτούς. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.”

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΜΕΙΩΣΗ ΟΡΙΩΝ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΔΑΠΑΝΩΝ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ

Άρθρο 6
Μείωση ορίων υπερωριακής απασχόλησης

1. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι κατά τα ως άνω ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις σαράντα (40) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο.”

2. Η περίπτωση α’ και τα εδάφια πρώτο και δεύτερο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται ως εξής:

“α. Εξήντα (60) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου και Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, των Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών, των Υφυπουργών, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, καθώς και των Γραφείων των Βουλευτών, των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Πολιτικών Κομμάτων και του Γραφείου Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες, μπορεί να χορηγηθούν μέχρι τριάντα (30) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και είκοσι (20) ώρες για νυκτερινή εργασία μέσα στο όριο των εξήντα (60) ωρών.

β. Πενήντα (50) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, των Ειδικών Γραμματέων και των Διοικητών και των Υποδιοικητών των Ασφαλιστικών Οργανισμών, για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες. μπορεί να χορηγηθούν μέχρι είκοσι (20) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και δεκαπέντε (15) ώρες για νυκτερινή εργασία μέσα στο όριο των πενήντα (50) ωρών.”

3. Όρια που έχουν καθορισθεί σε διαφορετικό ύψος από αυτά που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους αναπροσαρμόζονται στα όρια αυτά.

4. Οι διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 5 του ν. 3207/2003 (ΦΕΚ 302 Α’) και του άρθρου 17 παρ. 7 του ν. 3226/2004 (ΦΕΚ 24 Α’) και οι κατ’ εξουσιοδότησή τους εκδοθείσες αποφάσεις καταργούνται. Ο αριθμός των ωρών νυκτερινής, Κυριακών και λοιπών εξαιρέσιμων ημερών εργασίας για το προσωπικό που ορίζουν οι ανωτέρω διατάξεις, καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003, όπως τροποποιείται με την παρ. 1 του άρθρου αυτού.

Άρθρο 7
Μείωση αμοιβών για συμμετοχή σε συλλογικά όργανα

Το άρθρο 17 του ν. 3205/2003 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 17
Αμοιβές συλλογικών οργάνων

1. Τα κάθε είδους μόνιμα ή προσωρινού χαρακτήρα συλλογικά όργανα (συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας κ.λπ.) του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., τα οποία προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή συνιστώνται και συγκροτούνται με διοικητικές πράξεις λειτουργούν εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας των οικείων Υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και δεν καταβάλλεται καμία πρόσθετη αμοιβή ή αποζημίωση στα μέλη τους. Κατ’ εξαίρεση στους ιδιώτες – μέλη των ανωτέρω συλλογικών οργάνων καθορίζεται αποζημίωση με απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση και μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις ετησίως. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α’).

2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του συλλογικού οργάνου για την οικονομία της χώρας ή την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και προκειμένου περί Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μέγεθος, τη σπουδαιότητα και τα στοιχεία του προϋπολογισμού τους, επιτρέπεται η λειτουργία τους εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας και εκτός του χρόνου που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά μήνα ή κατά συνεδρίαση με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού.

Η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να είναι κατά μήνα, μεγαλύτερη από τετρακόσια (400) ευρώ για τον πρόεδρο και τριακόσια (300) ευρώ για τα μέλη και τους γραμματείς.

Η ανωτέρω μηνιαία αποζημίωση καταβάλλεται με την προϋπόθεση συμμετοχής σε τέσσερις (4) τουλάχιστον συνεδριάσεις το μήνα. Σε περίπτωση συμμετοχής σε λιγότερες συνεδριάσεις η αποζημίωση περικόπτεται ανάλογα.

3. Σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί αποζημίωση κατά μήνα, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, να καθορισθεί αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο ή αξιολογούμενο πρόγραμμα κ.λπ., ανάλογα με τις κατά περίπτωση προκύπτουσες ανάγκες. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης απαγορεύεται να υπερβαίνει το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 για τα μέλη συλλογικών οργάνων.

4. Το σύνολο των πρόσθετων μηνιαίων αμοιβών ή απολαβών των λειτουργών, υπαλλήλων και μισθωτών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από συμμετοχή σε μόνιμα ή προσωρινά συλλογικά όργανα των υπηρεσιών αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, συμπεριλαμβανομένης και της αναλογίας των επιδομάτων του άρθρου 9 του ν. 3205/2003. Οι πάσης φύσεως αμοιβές υπολογίζονται κατά το μήνα πραγματοποίησης της αντίστοιχης εργασίας.

5. Από τις παραπάνω παραγράφους εξαιρούνται τα συλλογικά όργανα της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, των οποίων η αμοιβή καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Γενικού Γραμματέα της Κυβέρνησης.

6. Ειδικά για τους εκπαιδευτικούς και το λοιπό προσωπικό που αποδεδειγμένα συμμετέχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην οργάνωση, διεξαγωγή και υποστήριξη των γενικών και ειδικών εξετάσεων ή άλλης διαδικασίας εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση και την έκδοση των αποτελεσμάτων επιλογής, καθώς και στις εξετάσεις ιδιωτικών, Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων (Ε.ΠΑ.Λ.) και Επαγγελματικών Σχολών (Ε.ΠΑΚ.) και στις αναβαθμολογήσεις γραπτών δοκιμίων μαθητών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης καθορίζεται αποζημίωση με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Με όμοια απόφαση καθορίζεται εφάπαξ αμοιβή για το διοικητικό προσωπικό του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων που αποδεδειγμένα συμμετέχει στις ανωτέρω διαδικασίες.

7. Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α’) εξακολουθούν να ισχύουν.”

Άρθρο 8
Λοιπές μισθολογικές ρυθμίσεις

1. Οι προβλεπόμενες από τα άρθρα 8 παράγραφος 3 εδάφιο δεύτερο, 30 και 33 παρ. Α7 του ν. 3205/2003 αναπροσαρμογές των εν λόγω επιδομάτων καταργούνται και το ύψος αυτών καθορίζεται εφεξής στο διαμορφωμένο κατά την 31.12.2009.

2. Η μηνιαία αποζημίωση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 58 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α’) ορίζεται εφεξής στο ύψος που αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την 31.12.2009.

3. Αναστέλλεται η ισχύς των διατάξεων της παρ. 2, του άρθρου μόνου της αριθμ. 55682/10.9.2009 (ΦΕΚ 1967 Β’) κοινής υπουργικής απόφασης, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου μόνου της αριθμ. 2/9247/0022/28.5.2009 (ΦΕΚ 1125 Β’) κοινής υπουργικής απόφασης μέχρι τις 31.12.2010 και ο χρόνος καταβολής των προβλεπόμενων προσαυξήσεων ανακαθορίζεται με αντίστοιχες κοινές υπουργικές αποφάσεις.

4. Το ειδικό επίδομα που προβλέπεται στο άρθρο 49 παρ. 3, περίπτωση δ’ του ν. 3205/2003, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 3676/2008 (ΦEK 117 Α’), καθορίζεται εφεξής στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

5. Το επίδομα που προβλέπεται στο άρθρο 51 παρ. 10 του ν. 3205/2003, όπως προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3408/2005 (ΦΕΚ 272 Α’) και τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3554/2007 (ΦΕΚ 80 Α’) καθορίζεται εφεξής στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

6. Το μηνιαίο επίδομα που προβλέπεται στο άρθρο 16 παρ. 4 του ν. 3172/2003 (ΦΕΚ 197 Α’) καθορίζεται στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

7. Τα αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α. που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 139 παρ. 1 του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α’) και του άρθρου 11 παρ. 3 του ν. 3146/2003 (ΦΕΚ 125 Α’) υποχρεούνται να επιλέξουν είτε τις αποδοχές της οργανικής θέσης από την οποία προέρχονται είτε τα έξοδα παράστασης που δικαιούνται, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, η καταβολή των αποδοχών της οργανικής θέσης από την οποία προέρχονται διακόπτεται.

8. Στα επιδόματα και αποζημιώσεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται οι περικοπές των διατάξεων του άρθρου 1 του παρόντος.

Άρθρο 9
Δαπάνες μετακινήσεων

1. Το ανώτατο όριο των επιτρεπόμενων κατ’ έτος και κατά μήνα ημερών εκτός έδρας της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α’) καθορίζεται σε εξήντα (60) ημέρες. Η υπέρβαση του ανωτέρω ορίου που προβλέπεται από τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες κατ’ έτος.

2. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2685/1999, του άρθρου 10 του π.δ. 200/1993 (ΦΕΚ 75 Α’), του άρθρου 10 της αριθμ. 2/72000/0022/4.12.2001 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 1702 Β’), καθώς και του άρθρου 10 της αριθμ. 2/66739/0022/19.10.2000 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 1394 Β’) καταργούνται.

3. Το όριο των πεντακοσίων (500) χιλιομέτρων της περίπτωσης β’ της παρ. 2Α του άρθρου 7 του ν. 2685/1999 μειώνεται σε τριακόσια (300) χιλιόμετρα μηνιαίως.

4. Τα όρια των εκατόν είκοσι (120) και ογδόντα (80) χιλιομέτρων της περίπτωσης α’ της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 2685/1999 αυξάνονται σε εκατόν εξήντα (160) και εκατόν είκοσι (120) χιλιόμετρα αντίστοιχα.

5. Οι προϋποθέσεις καταβολής των δαπανών που προβλέπονται από τα άρθρα 6 παρ. 2, 8 παράγραφοι 2 και 3 και 9 του ν. 2685/1999, καθώς και το ύψος αυτών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες και τις διαμορφούμενες κάθε φορά συνθήκες.

6. Οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφοι 2Γ περίπτωση γ’ και 3 του ν. 2685/1999, των άρθρων 7 παράγραφοι 7α, 7β ως προς τον καθορισμό του ύψους της εκτός έδρας αποζημίωσης και των εξόδων μετακίνησης και 17 παράγραφος 6 εδάφιο β’ του ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α’) καταργούνται και οι εκδοθείσες κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων κοινές υπουργικές αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν έως την έκδοση της προβλεπόμενης από την προηγούμενη παράγραφο απόφασης.

7. Το όριο των τριάντα (30) χιλιομέτρων της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 2685/1999 αυξάνεται σε πενήντα (50) χιλιόμετρα.

8. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 2685/1999, όπως προστέθηκαν με τις όμοιες της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 3801/2009 (ΦΕΚ 163 Α’) καταργούνται.

9. Το όριο των πενήντα (50) χιλιομέτρων της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 2685/1999 αυξάνεται σε εβδομήντα (70) χιλιόμετρα. Το όριο των πενήντα (50) χιλιομέτρων των περιπτώσεων β’ και γ’ της ίδιας παραγράφου αυξάνεται σε εβδομήντα (70) χιλιόμετρα. Το όριο των εκατό (100) χιλιομέτρων της περίπτωσης δ’ της ίδιας παραγράφου αυξάνεται σε εκατόν πενήντα (150) χιλιόμετρα.

10. Η παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 2685/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και για αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών (φορολογικοί έλεγχοι, στελέχωση περιφερειακών αερολιμένων κατά τη θερινή περίοδο) μπορεί να καταβάλλεται ημερήσια αποζημίωση, καθώς και δαπάνες διανυκτέρευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9 του παρόντος νόμου και για χρονικό διάστημα έως εβδομήντα (70) ημέρες συνολικά κατ’ έτος για κάθε απόσπαση. Οι ημέρες αυτές καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών.”

11. Το όριο των εκατό (100) χιλιομέτρων των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 14 του ν. 2685/1999 αυξάνεται σε εκατόν πενήντα (150) χιλιόμετρα.

12. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 14 του ν. 2685/1999, διαγράφεται η φράση “και το τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού που προβλέπεται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του παρόντος”.

13. Στο άρθρο 17 του ν. 2685/1999 προστίθενται παράγραφοι 6 και 7, ως εξής:

“6. Το ποσοστό του επιδόματος αλλοδαπής των παραγράφων 2 και 3 καταβάλλεται μειωμένο, κατά περίπτωση, ως εξής:

α) κατά είκοσι τοις εκατό (20%), αν παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση από φορέα άλλον από εκείνον στον οποίον ανήκει ο μετακινούμενος,

β) κατά τριάντα τοις εκατό (30%), σε περίπτωση που παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση και ημιδιατροφή από τον ως άνω φορέα,

γ) κατά σαράντα τοις εκατό (40%), σε περίπτωση που παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση και πλήρης διατροφή από τον προαναφερόμενο φορέα,

7. Το ανωτέρω επίδομα αλλοδαπής περικόπτεται κατά το ποσό της αποζημίωσης ή αμοιβής που τυχόν καταβάλλεται από οποιονδήποτε άλλον φορέα ή πηγή κατά την εκτέλεση υπηρεσίας στην αλλοδαπή.”

14. Στην περίπτωση β’ της παρ. 2Α του άρθρου 21 του ν. 2685/1999, διαγράφεται η φράση “και επιστροφής”.

15. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 200/1993 (ΦΕΚ 75 Α’) απόσταση άνω των δεκαπέντε (15) χιλιομέτρων, καθώς και η προβλεπόμενη απόσταση άνω των σαράντα (40) χιλιόμετρων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 της αριθμ. 2/73099/0022/19.2.2008 (ΦΕΚ 344 Β’) κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται σε εξήντα (60) χιλιόμετρα ως προς την καταβολή της ημερήσιας αποζημίωσης.

16. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του π.δ. 200/1993 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Το ύψος της ημερήσιας αποζημίωσης για εκτέλεση υπηρεσίας εκτός έδρας καθορίζεται με τον ισχύοντα εκάστοτε νόμο περί κάλυψης δαπανών μετακινούμενων υπαλλήλων εντός και εκτός Επικράτειας και αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.”

17. Το όριο των εκατόν είκοσι (120) ημερών του άρθρου 23 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α’) και της αριθμ. 2/14889/0022/2.5.2003 (ΦΕΚ 643 Β’) απόφασης μειώνεται σε εξήντα (60) ημέρες. Το όριο των τριάντα (30) χιλιομέτρων της προηγούμενης απόφασης αυξάνεται σε εξήντα (60) χιλιόμετρα.

18. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 24 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α’) τροποποιείται ως εξής:

“Για διανυκτερεύσεις που πραγματοποιούνται σε μετακινήσεις από εξήντα (60) χιλιόμετρα και άνω καταβάλλεται διπλάσια αποζημίωση από την προβλεπόμενη στην αριθμ. 2/14889/0022/2.5.2003 (ΦΕΚ 643 Β’) απόφαση όπως ισχύει.”

19. Το άρθρο 1 του ν.δ. 1106/1972 (ΦΕΚ 17 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 23/1973 (ΦΕΚ 131 Α’), καταργείται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΛΗΨΕΩΝ

Άρθρο 10
Αναστολή προσλήψεων για το έτος 2010

1. Κατά τη διάρκεια του έτους 2010 δεν χορηγούνται εγκρίσεις της Τριμελούς Επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 2 της ΠΥΣ 33/2006 (ΦΕΚ 280 Α’), όπως ισχύει, για την πλήρωση κενών οργανικών θέσεων ή προσλήψεων προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στους φορείς του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3812/2009 (ΦΕΚ 234 Α’). Για το ίδιο έτος, με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, αναστέλλονται οι προσλήψεις και διορισμοί του ανωτέρω προσωπικού των φορέων αυτών. Εξαιρούνται οι τομείς: α) υγείας, προκειμένου για ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, β) παιδείας, προκειμένου για εκπαιδευτικό προσωπικό, γ) ασφάλειας, προκειμένου για ένστολο προσωπικό, καθώς και δ) ο υποχρεωτικός διορισμός των αποφοίτων της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και της Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ομοίως εξαιρείται το προσωπικό που προβλέπεται στις περιπτώσεις β’ έως και κ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 της ΠΥΣ 33/2006.

2. Οι επιτυχόντες σε διαδικασίες επιλογής τακτικού προσωπικού του Α.Σ.Ε.Π. και των φορέων για τους οποίους έχουν εκδοθεί οριστικά αποτελέσματα μέχρι την 31.12.2009, διορίζονται σταδιακά, βάσει σειράς επιτυχίας, με έναρξη το β’ εξάμηνο του έτους 2010 και ο διορισμός όλων όσων περιλαμβάνονται στους οριστικούς πίνακες ολοκληρώνεται μέχρι την 31.12.2012.

3. Ο διορισμός των επιτυχόντων σε διαδικασίες επιλογής τακτικού προσωπικού του Α.Σ.Ε.Π. και των φορέων, οι οποίες προκηρύχθηκαν βάσει εγκριτικών αποφάσεων της Τριμελούς Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, έτους 2009 ή και προγενέστερων ετών και για τους οποίους οι οριστικοί πίνακες αποτελεσμάτων θα εκδοθούν μετά την 1.1.2010, διενεργείται σταδιακά, βάσει σειράς επιτυχίας, εντός του έτους 2011 και ολοκληρώνεται, μέχρι την εξάντληση των περιλαμβανομένων στους οριστικούς πίνακες και πάντως όχι πέραν της 31.12.2013. Εγκριτικές αποφάσεις της Τριμελούς Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει, που έχουν εκδοθεί μέχρι 31.12.2009 και για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές προκηρύξεις, παύουν να ισχύουν, με εξαίρεση όσες αφορούν προσωπικό που υπάγεται στις ρυθμίσεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

4. Για το διορισμό των επιτυχόντων των παραγράφων 2 και 3 δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3528/2007.

Άρθρο 11
Περιορισμός προσλήψεων για τα έτη 2011 έως και 2013

1. Από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013, ο αριθμός των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μόνιμου προσωπικού και του προσωπικού με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου στους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς πέντε (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις), στο σύνολο των φορέων. Οι αποχωρήσεις υπολογίζονται την 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου έτους και αφορούν στο σύνολο του έτους αυτού. Στον υπολογισμό του αριθμού του προς πρόσληψη προσωπικού στο σύνολο των φορέων, συνυπολογίζεται και ο υποχρεωτικός διορισμός των αποφοίτων της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και της Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και ο υποχρεωτικός διορισμός που διενεργείται βάσει ειδικών διατάξεων.

2. Ειδικά για το εκπαιδευτικό προσωπικό, όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, τα Σώματα Ασφαλείας, το Λιμενικό Σώμα, καθώς και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του τομέα υγείας, ο λόγος αυτός ορίζεται σε ένα προς ένα (μία πρόσληψη ανά μία αποχώρηση).

3. Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται: α) οι μετακλητοί υπάλληλοι, β) το μη πολιτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, γ) οι προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού νέων νοσηλευτικών μονάδων, δ) επιτυχόντες του Α.Σ.Ε.Π. και των φορέων, των παραγράφων 2 και 3 του προηγούμενου άρθρου.

4. Αν για οποιαδήποτε αιτία το σύνολο των προσλήψεων είναι μικρότερο του λόγου ένα προς πέντε, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, οι υπολειπόμενες θέσεις διατηρούνται για πλήρωση σε επόμενο έτος.

5. Οι κατά τις προηγούμενες παραγράφους προσλήψεις εγκρίνονται κατά περίπτωση από την Τετραμελή Επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 2 της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει, με βάση τις προτεραιότητες και τις ανάγκες, όπως προκύπτουν από τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων, στο σύνολο των φορέων του άρθρου 1 του ν. 3812/2009.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται οι προτεραιότητες και τα κριτήρια για την κατανομή του προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κατανέμονται οι εγκριθείσες θέσεις ανά υπηρεσία και φορέα.

7. Εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και συμβάσεις μίσθωσης έργου για το έτος 2010 περιορίζονται κατά τριάντα τοις εκατό (30%), σε σχέση με τις αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2009. Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει για προσλήψεις προσωπικού ορισμένου χρόνου που γίνονται για κάλυψη απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών.

8. Από τη δημοσίευση του παρόντος δεν επιτρέπεται η απόσπαση εκπαιδευτικού προσωπικού σε θέσεις χωρίς πλήρη εκπαιδευτικά και διδακτικά καθήκοντα. Με ευθύνη του Υπουργού Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, οι υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αποσπάσεις εκπαιδευτικών μειώνονται υποχρεωτικά κατά πενήντα τοις εκατό (50%), το αργότερο μέχρι τις 30 Αυγούστου 2010. Επίσης απαγορεύονται στο σύνολό τους οι αποσπάσεις σε καθήκοντα διάφορα της ειδικότητάς τους του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, του στρατιωτικού προσωπικού, καθώς και του προσωπικού των Σωμάτων Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένου και αυτού του Λιμενικού Σώματος. Στο νοσηλευτικό προσωπικό συμπεριλαμβάνεται το τεχνικό προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, καθώς και το προσωπικό του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.). Όλες οι υπάρχουσες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αποσπάσεις του προσωπικού αυτού ανακαλούνται με ευθύνη των καθ’ ύλην αρμόδιων Υπουργών, μέχρι 30 Απριλίου 2010.

9. Οι κατά νόμο υποχρεωτικές μετατάξεις συνοδεύονται με κατάργηση ή μεταφορά των αντίστοιχων οργανικών θέσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ Φ.Π.Α. ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ – ΕΙΔΙΚΟΣ ΦΟΡΟΣ ΣΕ ΕΙΔΗ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ

Άρθρο 12
Αναπροσαρμογή Φ.Π.Α.

Τα πρώτο και δεύτερο εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:

“Ο συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας ορίζεται σε είκοσι ένα τοις εκατό (21%) στη φορολογητέα αξία.

Κατ’ εξαίρεση, για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα III του παρόντος, ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%).”

Άρθρο 13
Ειδικός φόρος κατανάλωσης στα προϊόντα καπνού

1. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“Στην τιμή αυτή ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε ποσοστό 65% με ελάχιστο ποσό είσπραξης τα 78 ευρώ ανά 1.000 τσιγάρα.”

2. Οι διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:

“β) σε έναν αναλογικό φόρο ο συντελεστής του οποίου είναι 58,823% και προκύπτει από το κλάσμα που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την πλέον ζητούμενη τιμή μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την πλέον ζητούμενη τιμή. Ο αναλογικός συντελεστής 58,823% υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων. Στα τσιγάρα που πωλούνται σε τιμή μικρότερη από την τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών, το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α’ και β’ δεν μπορεί να είναι κατώτερο του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα τσιγάρα της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών.”

3. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:

“α) Στα πούρα ή σιγαρίλλος σε ποσοστό 32% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.

β) Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και στα άλλα καπνά για κάπνισμα, σε ποσοστό 67% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.”

Άρθρο 14
Ειδικός φόρος κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 81 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε χίλια οκτακόσια ογδόντα τέσσερα (1.884) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.”

2. Οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 81, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

“Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε εννιακόσια σαράντα δύο (942) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.”

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 87 του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε ένα ευρώ και ενενήντα έξι λεπτά (1,96) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.”

4. Οι διατάξεις του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 87 του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:

“Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε ενενήντα οκτώ λεπτά (0,98 ευρώ) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.”

5. Το άρθρο 89 του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 89
Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης

Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου ορίζεται σε εβδομήντα οκτώ (78) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 του σημείου Β του Παραρτήματος III του Κανονισμού (Ε.Κ.) της Επιτροπής 606/2009 (EEL 193/24.7.2009) για τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε τριάντα εννέα (39) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.”

Άρθρο 15
Ειδικός φόρος κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων

…………………………………………………………………………………………………

Άρθρο 16
Επιβολή εφάπαξ φόρου επί των αποθεμάτων πετρελαίου θέρμανσης

…………………………………………………………………………………………………

Άρθρο 17
Ειδικός φόρος σε είδη πολυτελείας

……………………………………………………………….…………………………………

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΠΑΓΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ

Άρθρο 18
Προγράμματα απασχόλησης ανέργων

1. Με στόχο την καταπολέμηση της ανεργίας, την προώθηση της απασχόλησης και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας (Ν.Θ.Ε.), ο Ο.Α.Ε.Δ. μπορεί να επιδοτεί μέχρι και το εκατό τοις εκατό (100%) των ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτών και εργαζομένων) για προσλαμβανόμενους μισθωτούς σε επιχειρήσεις και γενικά εργοδότες, βάσει προγραμμάτων απασχόλησης ανέργων που καταρτίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ.

2. Με τις προβλεπόμενες από την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού υπουργικές αποφάσεις καθορίζονται:

α) Ο τρόπος επιδότησης των ασφαλιστικών εισφορών, ο οποίος μπορεί να γίνεται και κατά παρέκκλιση των διατάξεων της κείμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας.

β) Το ποσοστό της επιδότησης των ασφαλιστικών εισφορών για τους προσλαμβανόμενους μισθωτούς, ο ανώτατος αριθμός των ως άνω επιδοτούμενων μισθωτών ανά επιχείρηση ή εργοδότη, η διάρκεια της επιδότησης κατά τα διάφορα στάδια του προγράμματος, ο χρόνος της μετά από τη διάρκεια της επιδότησης πιθανής υποχρεωτικής απασχόλησης από τον εργοδότη των προσλαμβανομένων και η απαγόρευση της απόλυσης του υπόλοιπου προσωπικού.

γ) Τα στοιχεία που οι επιχειρήσεις και οι εργοδότες υποβάλλουν στον Ο.Α.Ε.Δ. ή/ και στον οικείο ασφαλιστικό φορέα, εν όψει της υπαγωγής τους στα προγράμματα απασχόλησης του παρόντος άρθρου.

δ) Τα όργανα, τα οποία παράλληλα με το Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ., θα αποφασίζουν για την ύπαρξη ή μη των προϋποθέσεων υπαγωγής των επιχειρήσεων και εργοδοτών στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ε) Οι ειδικές περιπτώσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

στ) Κάθε άλλη λεπτομέρεια, που είναι αναγκαία για τους όρους εφαρμογής των προγραμμάτων και τον έλεγχο αυτών.

3. Σε ειδικές περιπτώσεις, είναι δυνατόν τα καταρτιζόμενα κατά τη διαδικασία της παραγράφου 1 προγράμματα απασχόλησης να αφορούν επιδότηση μέχρι και του εκατό τοις εκατό (100%) των ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτών και εργαζομένων) για τη διατήρηση θέσεων σε επιχειρήσεις ή εργοδότες.

4. Επιχειρήσεις και εργοδότες που έχουν υπαχθεί στα καταρτιζόμενα κατά τη διαδικασία αυτού του άρθρου προγράμματα απασχόλησης και παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των προγραμμάτων απασχόλησης για την πρόσληψη, τη διατήρηση και τη μη απόλυση του υπόλοιπου προσωπικού και του προσωπικού που επιδοτείται και γενικά την εφαρμογή του προγράμματος, υποχρεούνται να καταβάλουν οι ίδιες τις ασφαλιστικές εισφορές (εργοδοτών και εργαζομένων) που αντιστοιχούν στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα του συνολικού χρόνου απασχόλησης (επιχορηγούμενης και μη) των μισθωτών που καθορίζει το πρόγραμμα.

Στην περίπτωση αυτή, η καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτών και εργαζομένων) από τις επιχειρήσεις και εργοδότες που έχουν παραβεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των προγραμμάτων γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου ασφαλιστικού φορέα, ενώ το ποσό της δαπάνης που καταβλήθηκε από τον Ο.Α.Ε.Δ. αχρεωστήτως για τις ως άνω ασφαλιστικές εισφορές αποδίδεται από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα στον Ο.Α.Ε.Δ.

5. Για το ποσό που θα αποδοθεί στον Ο.Α.Ε.Δ. αποφασίζει το διοικητικό συμβούλιο ή τα όργανα που ορίζει ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 2 περ. δ’ του παρόντος άρθρου. Κάθε διαφορά που τυχόν προκύψει μεταξύ του Ο.Α.Ε.Δ. και του οικείου ασφαλιστικού φορέα ως προς το ύψος του ποσού που πρέπει να αποδοθεί στον Ο.Α.Ε.Δ. επιλύεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Άρθρο 19
Πάγιο σύστημα ρύθμισης οφειλόμενων εισφορών

1. Με αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε μηνιαίες δόσεις, των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών μετά των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων, μετά από αίτηση του οφειλέτη.

Στις οφειλόμενες εισφορές συμπεριλαμβάνονται και οι εισφορές που εισπράττονται από τους Φ.Κ.Α. για τρίτους.

Ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται σε τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση, της καταβολής από τον οφειλέτη των τρεχουσών εισφορών.

Η μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού των διακοσίων (200) ευρώ.

Εάν ο οφειλέτης αδυνατεί να καταβάλει την προβλεπόμενη δόση μέχρι και τέσσερις (4) συνεχόμενους μήνες ή έξι (6) μήνες για τους οφειλέτες του Ο.Γ.Α., μπορεί να συνεχίσει κανονικά την καταβολή από τον επόμενο μήνα. Το 36μηνο παρατείνεται τόσους μήνες όσοι είναι οι μήνες της μη καταβολής της δόσης. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μέχρι και τρεις φορές κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, με την προϋπόθεση ότι καταβάλλονται κανονικά οι δόσεις και οι τρέχουσες εισφορές για οκτώ (8) συνεχόμενους μήνες κάθε φορά. Σε κάθε περίπτωση απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καταβολή από τον οφειλέτη των δόσεων και των τρεχουσών εισφορών.

Σε περίπτωση μηχανογραφικής εφαρμογής συστημάτων υπολογισμού των εισφορών σε διμηνιαία βάση ή εξαμηνιαία για τον Ο.Γ.Α., η καταβολή γίνεται σε ισόποσες διμηνιαίες δόσεις ή εξαμηνιαίες για τον Ο.Γ.Α.

2. Εάν ο οφειλέτης απολέσει ολοκληρωτικά το δικαίωμα της τμηματικής εξόφλησης εισφορών σε δόσεις, δύναται να υποβάλλει νέα αίτηση για ρύθμιση, μετά από ένα (1) χρόνο από την έκδοση της πρώτης απόφασης.

Το αρμόδιο όργανο δύναται να ρυθμίσει εκ νέου τις οφειλές σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου.

3.α. Σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών παρέχεται έκπτωση σαράντα τοις εκατό (40%) επί των πρόσθετων τελών.

β. Σε περίπτωση τμηματικής εξόφλησης παρέχεται έκπτωση είκοσι τοις εκατό (20%) επί των πρόσθετων τελών.

Το ποσό μείωσης των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων στην περίπτωση τμηματικής καταβολής επιμερίζεται ισόποσα σε όλες τις δόσεις.

4. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών συνεπάγεται την έκπτωση από το δικαίωμα της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών και καθιστά άμεσα απαιτητό το σύνολο του οφειλόμενου ποσού. Το οφειλόμενο ποσό υπολογίζεται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία κάθε φορέα.

5. Στους οφειλέτες, που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας διάρκειας ενός (1) μηνός.

Εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 5ε του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α’, 21.6.1951) και της παραγράφου 4 του άρθρου 51 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α, 5.1.1999), όπως ισχύει.

6. Στη ρύθμιση αυτή παρέχεται δυνατότητα υπαγωγής και όσων έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις νόμων για το μέρος της οφειλής που δεν έχει εισπραχθεί.

7. Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτημα τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων εισφορών από:

α) Επιχείρηση που έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, αν δεν έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά ή άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, επιτρέπεται η ρύθμιση.

β) Εποχική επιχείρηση, είναι δυνατόν τα αρμόδια όργανα να αποφασίζουν τη ρύθμιση σε μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα ανωτέρω οριζόμενα, με τη δυνατότητα αυξημένου ποσού μηνιαίας δόσης, κατά τη διάρκεια λειτουργίας αυτής και μειωμένου ποσού μηνιαίας δόσης κατά τριάντα τοις εκατό (30%) όταν αυτή δεν λειτουργεί.

8. Όπου από τις κείμενες διατάξεις κάθε ασφαλιστικού οργανισμού ορίζεται ως προϋπόθεση για την έναρξη καταβολής σύνταξης η προηγούμενη εξόφληση των οφειλών, σε περίπτωση υπαγωγής του οφειλέτη στον παρόντα διακανονισμό, εξακολουθεί να ισχύει και η σύνταξη καταβάλλεται από την 1 η του επόμενου της εξόφλησης μήνα.

9. Η σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζουν οι καταστατικές διατάξεις, αν το οφειλόμενο ποσό δεν είναι μεγαλύτερο των είκοσι (20) μηνιαίων συντάξεων κατώτατων ορίων, όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά για καθέναν ασφαλιστικό οργανισμό.

10. Τα ποσά οφειλής της ανωτέρω παραγράφου προσαυξημένα με τα πρόσθετα τέλη συμψηφίζονται ή παρακρατούνται από τα ποσά των συντάξεων σε ίσες μηνιαίες δόσεις που δεν μπορεί να είναι περισσότερες των τριάντα έξι (36). Η πρώτη (1η) δόση παρακρατείται από τον πρώτο μήνα απονομής της σύνταξης.

11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που εκδίδεται μετά γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των αρμόδιων Οργανισμών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

12. Καταργείται κάθε διάταξη που ρυθμίζει αντίθετα τα θέματα αυτά.

Άρθρο 20
Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 1 αρχίζει από 1.1.2010.

2. Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 2, 6 και 7 αρχίζει από 1.3.2010.

3. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 12 αρχίζει από 15.3.2010, με εξαίρεση τα βιομηχανοποιημένα καπνικά προϊόντα για τα οποία η ισχύς του αρχίζει από 4.3.2010.

4. Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 13 έως και 17 αρχίζει από 4.3.2010 με εξαίρεση την περίπτωση κα’ του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου 15, η ισχύς του οποίου αρχίζει από 2.5.2010.

5. Η ισχύς των λοιπών διατάξεων του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2010

Δείτε ακόμα

ΝΟΜΟΣ 4238/2014 Π.Ε.Δ.Υ. αλλαγή σκοπού ΕΟΠΥΥ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4238/2014

ΝΟΜΟΣ 4223/2013 Ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων

  ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4223/2013