Επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας Όροι και προϋποθέσεις επιβολής Βασ. Γαμβρούδη, τ. Δ/ντή Υπ. Εργασίας Η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να λάβει δύο ειδικότερες μορφές α) της συμφωνημένης (συμβατικής) εκ περιτροπής εργασία με συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, η οποία εφαρμόζεται είτε πρωτογενώς με την αρχική σύμβαση εργασίας είτε κατά το χρόνο λειτουργίας της σύμβασης πλήρους απασχόλησης και β) της επιβαλλόμενης από τον εργοδότη. Στη μελέτη αυτή θα αναλυθεί η δεύτερη περίπτωση με την παράθεση των όρων, προϋποθέσεων και των τύπων που πρέπει να τηρούνται για την επιβολή από τον εργοδότη. Σύμφωνα με τους νόμους 3846/10 - 3899/10 αρθρ. 17 παρ. 3 (ΕΑΕΔ 2011 σελ. 103) αν περιορισθούν οι δραστηριότητές του ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής εργασίας στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Προϋποθέσεις επιβολής του συστήματος αυτού είναι οι εξής: 1. Περιορισμός δραστηριότητας της επιχείρησης Ο περιορισμός συνίσταται σε μείωση της οικονομικής δραστηριότητας της επιχειρήσεως, όπως είναι η μείωση του κύκλου εργασιών η οποία προέρχεται από μείωση παραγωγής, παραγγελιών, εισπράξεων, πωλήσεων κ.λπ. χωρίς να εξετάζονται οι λόγοι που οδήγησαν στο αποτέλεσμα αυτό. Η προϋπόθεση εφαρμογής του συστήματος αυτού είναι η μη δυνατότητα πλήρους απασχόλησης των μισθωτών. Αυτό είναι ένα εναλλακτικό μέτρο, με σκοπό την αποφυγή των απολύσεων. Μπορεί να συνδυάζεται και με άλλα μέτρα. Όπως δέχεται το Πρωτοδικείο Αθηνών με την αριθ. 4424/12 απόφασή του, επειδή δίνεται στον εργοδότη κατ' εξαίρεση το δικαίωμα να επέμβει στο περιεχόμενο των συμφωνιών των συμβάσεων που έχει με το προσωπικό του και να τις αλλάξει με τρόπο επαχθή για τους εργαζόμενους, οι προϋποθέσεις για την άσκηση είναι αυστηρές και για να εφαρμοσθεί πρέπει ο περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας να είναι πολύ σοβαρός, με μόνιμα χαρακτηριστικά, όχι όταν απλώς μια επιχείρηση έχει ταμειακές δυσχέρειες ή όταν υπάρχει άσχημη συγκυρία στην αγορά. Αναμφίβολα δεν απαιτείται να τίθεται σε κίνδυνο η βιωσιμότητα της επιχείρησής του για να μπορεί ο εργοδότης να προσφύγει μονομερώς στην εκ περιτροπής εργασία. Όμως, δεν αρκεί η επίκληση από την πλευρά του οποιωνδήποτε οικονομικών προβλημάτων ή οποιουδήποτε περιορισμού της δραστηριότητας της επιχείρησής του. Εφόσον η εκ περιτροπής εργασία επιβάλλεται ως ηπιότερη εναλλακτική λύση, προκειμένου να αποτραπούν απολύσεις, θα πρέπει ο περιορισμός των δραστηριοτήτων να έχει μια τέτοια έκταση, που να απειλεί άμεσα τις θέσεις εργασίας. 2. Ενημέρωση εργαζομένων και διαβούλευση O v. 3846/10 στο άρθρο 2 παρ. 3 προβλέπει ότι η εφαρμογή του συστήματος αυτού γίνεται μόνον εφ' όσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νομίμους εκπροσώπους των εργαζομένων. Σχετικά με το θέμα αυτό παραπέμπει στο Π.Δ. 240/2006 το οποίο θέσπισε γενικό πλαίσιο ενημέρωσης και διαβούλευσης, σύμφωνα με την οδηγία 2002/14 ΕΚ της Ευρωπαϊκής ένωσης. Σύμφωνα με αυτό ως "ενημέρωση" νοείται η διαβίβαση στοιχείων από τον εργοδότη στους εκπροσώπους των εργαζομένων να λάβουν γνώση του εκάστοτε θέματος και να το εξετάσουν. Η ενημέρωση μπορεί να περιλαμβάνει θέματα σχετικά με την πρόσφατη και πιθανή εξέλιξη της δραστηριότητας και της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης, τη διάρθρωση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης μέσα στην επιχείρηση, καθώς και τα μέτρα πρόληψης που ενδεχομένως προβλέπονται, σε περίπτωση ιδίως που η απασχόληση απειλείται. Ακόμη σχετικά με αποφάσεις που μπορούν να επιφέρουν ουσιαστικές μεταβολές στην οργάνωση της εργασίας ή στις συμβάσεις εργασίας κ.λπ. Η ενημέρωση μπορεί να γίνει με εφάπαξ ανακοίνωση σε εμφανές και προσιτό σημείο της επιχείρησης. Σύμφωνα με την εγκύκλιο 35958/666/31.7.17 (ΕΑΕΔ 2017 σελ. 1084) η πρόσκληση που απευθύνει ο εργοδότης προς τους εκπροσώπους των εργαζομένων για την έναρξη των διαβουλεύσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει, πέρα από τον τόπο και τον χρόνο των διαβουλεύσεων, τους λόγους που καθιστούν αναγκαία την επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, παρέχοντας ταυτόχρονα κατά τρόπο ειδικό και συγκεκριμένο τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ο περιορισμός της δραστηριότητας της επιχείρησης και η πιθανή διάρκειά του, την προτεινόμενη έκταση αυτής (λ.χ. εφαρμογή αυτής σε ορισμένα τμήματα της επιχείρησης ή σε ολόκληρη την επιχείρηση), την προτεινόμενη χρονική διάρκειά της και το συγκεκριμένο σύστημα κατανομής της απασχόλησης που ο εργοδότης προτίθεται να επιλέξει. Μεταξύ του χρονικού σημείου της ανακοίνωσης και του χρόνου πραγματοποίησης της διαβούλευσης θα πρέπει να μεσολαβεί επαρκές χρονικό διάστημα για την προετοιμασία των εργαζομένων. Το διάστημα αυτό μπορεί να ποικίλλει αναλόγως του αριθμού των εργαζομένων, της πληθώρας και της πολυπλοκότητας των ζητημάτων, της εσωτερικής διάρθρωσης της επιχείρησης κ.λπ. Ως "Διαβούλευση" νοείται η ανταλλαγή απόψεων και η καθιέρωση διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και του εργοδότη. Η διαβούλευση πραγματοποιείται σε τόπο και χρόνο που ορίζει ο εργοδότης. Για την πρόσκληση για διαβούλευση ο νόμος δεν καθορίζει ούτε τον τύπο, αλλά ούτε και το περιεχόμενο αυτής. Η παράγραφος 4 του άρθρου 2 του ν. 3846/10 ορίζει ότι ως εκπρόσωπος των εργαζομένων, κατά σειρά προτεραιότητας είναι: 1) Οι εκπρόσωποι από την πλέον αντιπροσωπευτική οργάνωση συνδικαλιστική της επιχείρησης, η οποία καλύπτει κατά το καταστατικό της εργαζόμενους, ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητά τους. 2) Οι εκπρόσωποι των υφιστάμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων της επιχείρησης. 3) Το συμβούλιο των εργαζομένων. 4) Εάν ελλείπουν συνδικαλιστικές οργανώσεις και συμβούλιο εργαζομένων η ενημέρωση και διαβούλευση γίνεται με το σύνολο των εργαζομένων. Γενική αρχή είναι ότι κατά την εφαρμογή των λεπτομερειών ενημέρωσης και διαβούλευσης ο εργοδότης και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εργάζονται με πνεύμα συνεργασίας, σεβόμενοι αμοιβαίως τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τους τόσο τα συμφέροντα της επιχείρησης όσο και εκείνα των εργαζομένων. Εάν ο εργοδότης επιβάλλει μονομερώς σε μισθωτούς που απασχολεί την εκ περιτροπής εργασία, για ορισμένο διάστημα, χωρίς προηγουμένως να έχει προβεί σε διαβούλευση με τους νομίμους εκπροσώπους των εργαζομένων τότε η απόφασή του πάσχει ακυρότητα. Αυτό δέχεται το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με την αριθ. 8101/2011 απόφασή του. Μετά το τέλος των διαβουλεύσεων και ανεξάρτητα εάν συμφώνησαν ή όχι οι εργαζόμενοι, ο εργοδότης εκδίδει την απόφασή του την οποία και γνωστοποιεί στους μισθωτούς οι οποίοι εμπλέκονται για την εφαρμογή της. 3. Έγγραφος τύπος Για να είναι έγκυρο το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας θα πρέπει να καταρτισθεί εγγράφως. Ο έγγραφος τύπος θα πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία: α) τα στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλομένων β) τον τόπο παροχής της εργασίας, την έδρα της επιχείρησης ή τη διεύθυνση του εργοδότη γ) το χρόνο της απασχόλησης, τον τρόπο κατανομής και τις περιόδους εργασίας δ) τον τρόπο αμοιβής και ε) τους τυχόν όρους τροποποίησης της σύμβασης. 4. Πλήρες ημερήσιο ωράριο Από τις διατάξεις που ισχύουν συνάγεται ότι η εκ περιτροπής εργασία, τόσο η συμβατική όσο και η επιβαλλόμενη μονομερώς από τον εργοδότη, αποτελεί ναι μεν ειδικότερη μορφή μερικής απασχόλησης πλην όμως ο μισθωτός απασχολείται στην επιχείρηση ή σε ορισμένο τμήμα αυτής λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή λιγότερες εβδομάδες το μήνα ή λιγότερους μήνες το έτος, αλλά πάντα κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας. Βασικό εννοιολογικό γνώρισμα της εκ περιτροπής εργασίας είναι η εναλλαγή χρονικών διαστημάτων εργασίας και αργίας (μη εργασίας) μολονότι η λειτουργία της επιχείρησης ή τμήματος αυτής παραμένει συνεχής. 5. Εναλλαγή εργαζομένων Το σύστημα αυτό που δικαιούται να επιβάλλει ο εργοδότης, μονομερώς, προϋποθέτει αναγκαίως εναλλαγή εργαζομένων στην ίδια επιχείρηση, στην ίδια ή περισσότερες θέσεις εργασίας, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ενώ η λειτουργία της επιχείρησης παραμένει συνεχής. Η εναλλαγή αυτή μπορεί να γίνεται είτε κατά ομάδες μισθωτών, εκ των οποίων η μία θα αντικαθιστά την άλλη διαδοχικά στην απασχόληση και την μη απασχόληση, είτε από ένα μισθωτό τη φορά, υπό την έννοια ότι κάθε φορά ένας μισθωτός θα τίθεται εναλλάξ σε υποχρεωτική αργία, ενώ ο άλλος θα καλύπτει κατά πλήρες ωράριο τη θέση εργασίας. Η εναλλαγή αυτή μπορεί να συμφωνηθεί ελεύθερα με διάφορους συνδυασμούς, δίχως μάλιστα οι χρονικές ενότητες εργασίας και μη εργασίας να είναι απαραίτητα της ίδιας χρονικής έκτασης, με μόνο περιορισμό η εργασία να παρέχεται κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο. Έτσι επιτρέπεται να συμφωνηθεί μειωμένη εβδομαδιαία εργασία (λ.χ. επί συστήματος πενθήμερης εργασίας να παρέχεται η εργασία από μία έως τέσσερις ημέρες την εβδομάδα ή συνδυασμός μειωμένης εβδομαδιαίας εργασίας για κάποιες μόνο εβδομάδες του μήνα (π.χ. τρεις ημέρες εργασίας κάθε δεύτερη εβδομάδα) ή εναλλαγή πλήρους μηνιαίας εργασίας με μήνες περιορισμένου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας κ.ο.κ. Η εγκυρότητα μιας τέτοιας συμφωνίας δεν υπόκειται σε περιορισμούς ως προς τη χρονική της διάρκεια ούτε συνδέεται με κάποια άλλη ουσιαστική προϋπόθεση (π.χ. ύπαρξη συγκεκριμένου λόγου επιλογής της). Θα πρέπει ωστόσο η σχετική συμφωνία να είναι έγγραφη. Ο έγγραφος τύπος, όπως τονίστηκε επιβάλλεται ως συστατικός με αποτέλεσμα η έλλειψή του να συνεπάγεται την ακυρότητα της συμφωνίας. Δεν είναι κατά νόμο επιτρεπτή η εκ μέρους του εργοδότη μονομερής επιβολή συστήματος εργασίας κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο για τις ίδιες συγκεκριμένες ημέρες την εβδομάδα σε μισθωτούς της επιχείρησής του, αφού στην περίπτωση αυτή ελλείπει το στοιχείο της εναλλάξ παροχής εργασίας. Τα πιο πάνω δέχεται και το Υπ. Εργασίας με την εγκ. 35958/666/31.7.2017. Δεδομένου του συλλογικού χαρακτήρα του επιβαλλόμενου μέτρου είναι ανεπίτρεπτη η επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας επιλεκτικά σε συγκεκριμένους μόνον εργαζόμενους όταν οι υπόλοιποι εξακολουθούν να εργάζονται κατά πλήρη απασχόληση. Για τους ίδιους λόγους ανεπίτρεπτη είναι η επιβολή του συστήματος αυτού και όταν το αντικείμενο εργασίας καλύπτεται από ένα μόνον εργαζόμενο, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατόν να αντικατασταθεί από άλλον κατά τον χρόνο της υποχρεωτικής απουσίας του. Όπως δέχονται και τα δικαστήρια (Α.Π. 281/64 - Α.Π. 114/64 - Α.Π. 928/80 - Εφ. Αθ. 8893/89 - Εφ. Πειρ. 1277/96 - Α.Π. 771/17) η εναλλαγή είναι απαραίτητη, γιατί χωρίς εναλλαγή τότε πρόκειται για μερική απασχόληση ή διαλείπουσα εργασία. 6. Εννεάμηνος διάρκεια (ανώτατο όριο) Η διάρκεια της εκ περιτροπής εργασίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Η περίοδος αυτή δεν είναι απαραίτητο να είναι συνεχής, αλλά μπορεί να κατανέμεται μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, κατά την κρίση του εργοδότη και ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης. 7. Αναγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας (ΕΡΓΑΝΗ) Το επιβαλλόμενο από τον εργοδότη σύστημα αυτής της εκ περιτροπής εργασίας πρέπει να αναγγέλλεται εντός οκτώ (8) ημερών στην Επιθεώρηση Εργασίας, δηλαδή στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, η οποία αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της απόφασης. Με το έντυπο Ε9 του ΕΡΓΑΝΗ υποβάλλεται υποχρεωτικά η απόφαση του εργοδότη για μονομερή επιβολή του συστήματος, αφού πρώτα τεθούν σ' αυτό οι απαιτούμενες υπογραφές. Πρώτα πρέπει να σαρωθεί και αποθηκευθεί σε αρχείο PDF η απόφαση αυτή με τις υπογραφές. Όταν τηρηθούν οι πιο πάνω προϋποθέσεις ασκείται σύννομα το δικαίωμα του εργοδότη για μονομερή επιβολή του συστήματος της εκ περιτροπής εργασίας. Το δικαίωμα αυτό εντάσσεται στο εν ευρεία εννοία διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη. Δεν συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας διότι λαμβάνει χώρα κατ' ενάσκηση διαπλαστικού δικαιώματος του εργοδότη απορρέοντος από το νόμο. Αν αντιθέτως δεν τηρούνται οι πιο πάνω όροι και προϋποθέσεις δεν υφίσταται σχετικό δικαίωμα του εργοδότη για μονομερή μεταβολή των όρων εργασίας, δεν επέρχεται δηλαδή αναστολή της πλήρους λειτουργίας της εργασιακής σύμβασης, με τη μείωση του χρόνου απασχόλησης και την αντίστοιχη μείωση της αμοιβής. Με τη σχετική δήλωση του εργοδότη οφείλει να καθορίζει το διάστημα που θα ισχύσει το μέτρο στην επιχείρηση, το σύστημα εφαρμογής, τον τρόπο και χρόνο εναλλαγής των εργαζομένων, ανά χρονικά διαστήματα της επιλογής του, καθώς και κάθε στοιχείο αναγκαίο για την απρόσκοπτη εφαρμογή του συστήματος. Με την ανακοίνωση της δήλωσης στους εργαζομένους επιβάλλεται δίχως άλλο και εφαρμόζεται εφεξής. Για το διάστημα της νόμιμης επιβολής μεταβάλλεται η κύρια συμβατική υποχρέωση των εργαζομένων, ως προς το επιμέρους στοιχείο του χρόνου παροχής της εργασίας, ενώ ταυτόχρονα μεταβάλλεται και η κύρια συμβατική υποχρέωση του εργοδότη, καταβολή αναλόγως μειωμένων αποδοχών. Υπόδειγμα (Απόφασης επιβολής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας) ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΚ ΠΕΡΙΤΡΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ο ............... ενεργών κατ' εξουσιοδότηση των εκπροσώπων της επιχείρησης ή Ως εκπρόσωπος της επιχείρησης ή Ως εργοδότης της επιχείρησης ............... Λόγω περιορισμού των εργασιών της επιχείρησης, όπως λεπτομερώς αναφέρθηκαν κατά την διενεργηθείσα διαβούλευση με το νόμιμο σωματείο (ή με όλους τους εργαζομένους) που έλαβε χώρα την ............... και ώρα ............... στην αίθουσα συγκεντρώσεων, ύστερα από πρόσκληση για το σκοπό αυτό και την ανταλλαγή των απόψεων Αποφασίζουμε Να επιβληθεί το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας στους πιο κάτω αναφερόμενους υπαλλήλους και με τον οριζόμενο τρόπο, με έναρξη εφαρμογής του μέτρου από ............... και για χρονικό διάστημα 1, 2, 3, κ.λπ. μηνών. 1.- Μισθωτός (επώνυμο) και με ειδικότητα (υπάλληλος γραφείου κ.λπ.) ΑΦΜ ............... και ΑΜΚΑ ............... ασφαλισμένου στο (ΙΚΑ κ.λπ.) θα απασχολείται 1, 2, 3 φορές την εβδομάδα και συγκεκριμένα Δευτέρα, Τετάρτη, κ.λπ. κατά πλήρες ωράριο εργασίας. Οι ώρες θα καθορισθούν στο πρόγραμμα εργασίας, όπως αυτό θα κατατεθεί στην Επιθεώρηση εργασίας για έγκριση. 2.- 3.- 4.- Η απόφαση αυτή επιβολής του συστήματος της εκ περιτροπής εργασίας αναγγέλλεται στην Επιθεώρηση εργασίας, όπως ο νόμος ορίζει. Εφαρμογή και Συνέπειες Διάφορα ερωτήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του μέτρου είναι τα εξής: α) Κανονική άδεια και εκ περιτροπής εργασία Οι υπαγόμενοι στο σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας απασχολούνται μερικώς, αποτελεί δηλαδή το σύστημα αυτό μια μορφή μερικής απασχόλησης και στην περίπτωση αυτή το άρθρο 2 παραγρ. 11 του ν. 3846/10 προβλέπει ότι έχουν δικαίωμα ετήσιας άδειας με αποδοχές και επιδόματος αδείας με βάση τις αποδοχές που θα ελάμβαναν εάν εργάζονταν κατά το χρόνο της αδείας τους. Επομένως και για την κατηγορία αυτή των μισθωτών θα υπολογισθεί η άδεια όπως και στην περίπτωση της διαλείπουσας εργασίας. Ως διαλείπουσα απασχόληση νοείται εκείνη η οποία ως εκ της φύσεως ή των συνθηκών εργασίας ή δυνάμει όρων ατομικής συμβάσεως εργασίας, δεν παρέχεται καθ' όλες τις εργάσιμες ημέρες του μηνός, δηλαδή έχει ενδιάμεσες ή περιοδικές διακοπές. Η έννοια αυτή της διαλείπουσας εργασίας προβλέπεται και από το αριθ. 17235/77 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας καθώς και από την αριθ. 471/89 απόφαση του Εφετείου Θεσ/κης. Οι μισθωτοί με διαλείπουσα εργασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1346/83 δικαιούνται αδείας και επιδόματος αδείας ίση με το 1/12 της αδείας που προβλέπεται για τους μισθωτούς με πλήρη απασχόληση, για κάθε 25 ημέρες πραγματικής απασχολήσεως από της προσλήψεώς των ή και μετά τη λήξη της αδείας του προηγουμένου έτους. Ως μήνας λογίζονται είκοσι πέντε (25) ημέρες απασχόλησης. Κλάσμα χρόνου αδείας που υπερβαίνει τη μισή ημέρα στρογγυλοποιείται σε ολόκληρη ημέρα. Στους απασχολουμένους με διαλείπουσα εργασία δεν νοείται ότι εφαρμόζεται σύστημα 5θημέρου εργασίας, οπότε δικαιούνται α) για τον πρώτο ημερολογιακό χρόνο απασχόλησης 1/12 των 24 ημερών για κάθε 25 ημέρες πραγματικής εργασίας β) για τον δεύτερο ημερολογιακό χρόνο 25/12 (2,0833) γ) για τον τρίτο ημερολογιακό χρόνο 26/12 (2,166). Η άδεια δηλαδή συσχετίζεται με τον αριθμό αδείας των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση. Για τον υπολογισμό της αδείας θα πρέπει να γίνει υπολογισμός της αδείας α) για το χρόνο της εκ περιτροπής εργασίας (μέχρι 9 μήνες) και ανάλογα με τις ημέρες απασχόλησης (π.χ. 1, 2, 3 κ.λπ.) και β) άλλος υπολογισμός για το χρόνο της συνεχούς - πλήρους απασχόλησης. Έτσι π.χ. εάν σε ένα εργαζόμενο εφαρμόζεται το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας με εργασία 4 φορές την εβδομάδα για 7 μήνες και τους υπόλοιπους 5 μήνες έχει συνεχή απασχόληση θα λάβει την εξής άδεια: 1.- Για τους 5 μήνες συνεχούς απασχόλησης, χρόνος δηλαδή που δεν εφαρμόζεται το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας, δικαιούται να λάβει άδεια υπολογιζόμενη στις 100 εργάσιμες ημέρες (5 μήνες x 25 = 100). 2.- Στις εργάσιμες ημέρες του χρόνου συνεχούς απασχολήσεως θα προστεθούν και οι εργάσιμες ημέρες του χρόνου της εκ περιτροπής εργασίας και στο σύνολο αυτό θα υπολογισθεί η άδεια. Έτσι 5 μήνες x 25 = 100 Η.Ε. 7 μήνες (4,345 εβδομάδες το μήνα x 4 ώρες = 17,38 x 7 μήνες = 121,66 ημέρες) 100 + 121,66 = 221,66 ημέρες : 25 = 8,86 x 2,0333 (25 : 12) = 18,01 Σύνολο 18 ημέρες άδεια. Το παράδειγμα υπολογίστηκε για μισθωτό χωρίς 10 χρόνια υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη και με υπηρεσία άνω του έτους. Εάν λόγω της υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας δικαιούται άδεια πέραν των 25 ημερών θα γίνει υπολογισμός με τις ημέρες που δικαιούται. Εάν δηλαδή δικαιούται π.χ. 30 ημέρες άδεια (30 : 2 = 2,5) τότε στο πιο πάνω παράδειγμα το 8,86 θα πολλαπλασιασθεί με 2,5. Για ότι αφορά το επίδομα αδείας αυτό θα είναι όσο και οι ημέρες αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το 1/2 των μηνιαίων αποδοχών. β) Ασθένεια και εκ περιτροπής εργασία Σε περίπτωση ασθενείας και οποιουδήποτε άλλου ανυπαιτίου κωλύματος ο εργαζόμενος με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας θα λάβει ότι θα ελάμβανε όταν εργαζόταν τις ημέρες απουσίας του. Για τον υπολογισμό των αποδοχών θα ληφθούν υπ' όψη μόνον οι ημέρες εκείνες ασθενείας που συμπίπτουν με τις ημέρες που το πρόγραμμά του προβλέπει απασχόληση. γ) Αποδοχές και εκ περιτροπής εργασία Οι αποδοχές είναι ανάλογες του χρόνου απασχόλησης και υπολογίζονται με το αντίστοιχο ωρομίσθιο του συγκρίσιμου μισθωτού ο οποίος εργάζεται με πλήρη απασχόληση, ή με βάση τις αποδοχές που ελάμβανε πριν από την επιβολή του συστήματος από τον εργοδότη. δ) Απόλυση και εκ περιτροπής εργασία Σκοπός της εκ περιτροπής εργασίας είναι να μπορέσει η επιχείρηση να ξεπεράσει τα προβλήματα τα οποία και οδήγησαν στην επιβολή του συστήματος εργασίας αυτού, οπότε με την πάροδο του χρόνου που καθορίστηκε για την εφαρμογή να επανέλθει ο κανονικός ρυθμός εργασίας και ο εργαζόμενος στην πλήρη απασχόληση. Από καμία διάταξη δεν προβλέπεται η απαγόρευση απολύσεων κατά τη διάρκεια ισχύος της εκ περιτροπής εργασίας. Εάν κατά τη διάρκειά της γίνει καταγγελία συμβάσεως αυτό θα αποτελεί αντίφαση, αφού είναι δεδομένο ότι η καθιέρωσή της έγινε για να αποφευχθούν οι απολύσεις και με το σκεπτικό ότι η λύση αυτή ήταν η έσχατη. Εάν όμως, για διάφορους λόγους, πρέπει να γίνουν καταγγελίες συμβάσεων κατά τη διάρκεια ισχύος της εκ περιτροπής εργασίας ο εργαζόμενος θα πρέπει να λάβει αποζημίωση η οποία θα υπολογισθεί με το σύνολο των αποδοχών που ελάμβανε σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης. ε) Ασφάλιση και εκ περιτροπής εργασία Επειδή οι εισφορές στις οποίες υπόκειται ο εργαζόμενος και ο εργοδότης στενά συνδέονται με το ύψος των αποδοχών, τις ημέρες απασχόλησης κ.λπ. θα πρέπει να γίνει διάκριση των απασχολουμένων οι οποίοι αμείβονται με μισθό, έναντι αυτών που αμείβονται με ημερομίσθιο. Έτσι ο υπολογισμός των αποδοχών και ημερών ασφάλισης θα είναι: 1. Για αμειβόμενους με μισθό Η αναφορά γίνεται σε εβδομαδιαία βάση και οι μηνιαίες αποδοχές των απασχολουμένων με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας και με 5θήμερο, θα είναι ανάλογες του καταβαλλόμενου ωρομισθίου, των ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης και του συντελεστή 4,1666 (25:6 = εβδομάδες μηνιαίως). Οι μηνιαίες επομένως αποδοχές επί των οποίων θα υπολογισθούν οι εισφορές εξευρίσκονται από τον πιο κάτω τύπο. Α = (Μισθός x 6 x Ω x Σ) / 25 x ΣΩ A = Αποδοχές μηνιαίες με σύστημα εκ περιτροπής εργασίας Μ = Μισθός πλήρους απασχόλησης ΣΩ = Συμβατικό ωράριο (40 ώρες εβδομ. & 5θήμερο) Σ = Συντελεστής 4,1666 (25:6 εβδομ. μηνιαίως) Με δεδομένο ότι οι μηνιαίες αποδοχές του με πλήρη απασχόληση ανήρχοντο σε 1200 ευρώ και απασχολείται με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας επί 3 ημέρες την εβδομάδα (8 x 3 = 24 ώρες) τότε ο μισθός επί του οποίου θα υπολογισθούν οι εισφορές είναι: Α = (1200 x 6 x 24 x 4,1666 - 720 ευρώ) / 25 x 40 Ημέρες Ασφάλισης όλες οι πραγματικά εργάσιμες 2. Για αμειβόμενους με ημερομίσθιο Και εδώ η αναφορά γίνεται σε εβδομαδιαία βάση και οι μηνιαίες αποδοχές των απασχολουμένων με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας και 5θήμερο είναι ανάλογες του καταβαλλόμενου ωρομισθίου, των ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης και του συντελεστή 4,333 (26:6 εβδομάδες μηνιαίως) Οι μηνιαίες επομένως αποδοχές, επί των οποίων θα υπολογισθούν οι εισφορές, εξευρίσκονται από τον πιο κάτω τύπο: Α = (4 x 6 x Ω x 4,333) / ΣΩ Α = Αποδοχές μηνιαίες Η = Ημερομίσθιο ΣΩ = Συμβατικό ωράριο (40 ώρες επί 5θημέρου) Σ = Συντελεστές (26 : 6 = 4,333) Με δεδομένο ότι π.χ. το ημερομίσθιό του, με πλήρη απασχόληση ανέρχεται στα 35 ευρώ και απασχολείται με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας επί 3 ημέρες την εβδομάδα (3 x 8 = 24 ώρες) τότε οι μηνιαίες αποδοχές, επί των οποίων θα υπολογισθούν οι εισφορές είναι: Α = (35 x 6 x 24 x 4,333 = 546 ευρώ) / 40 Ημέρες ασφάλισης: Όσες οι πραγματικές εργάσιμες. Συμπέρασμα: Οι μισθωτοί οι οποίοι απασχολούνται με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας και αμείβονται με μισθό ή ημερομίσθιο, αναγνωρίζουν στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΕΑΜ τόσες ημέρες εργασίας όσες ακριβώς είναι και οι εργάσιμες ημέρες κατά τις οποίες παρείχαν τις υπηρεσίες τους κατά την εβδομάδα ή μήνα. Ως ημερήσιος μισθός των προσώπων αυτών λογίζεται το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των εβδομαδιαίων ή μηνιαίων αποδοχών διά του αριθμού των ημερών εργασίας που θα αναγνωρισθούν στην ασφάλιση του ΙΚΑ. Όπως είναι γνωστό οι απασχολούμενοι με 5θήμερη εβδομαδιαία εργασία, είτε αμείβονται με μισθό ή ημερομίσθιο αναγνωρίζουν στην ασφάλιση και την 6η ημέρα της εβδομάδος (π.χ. το Σάββατο επειδή θεωρείται πλασματικά εργάσιμη ημέρα). Έτσι οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο αναγνωρίζουν στην ασφάλιση 6 ημέρες την εβδομάδα και οι αμειβόμενοι με μισθό 25 ημέρες ασφάλισης τον μήνα. Αυτό προβλέπεται από τον Κανονισμό Ασφάλισης του ΙΚΑ, η προσαύξηση δηλαδή κατά μία μονάδα (5 + 6 = 6) για κάθε εβδομάδα πλήρους απασχόλησης. Ακόμη αυτό προβλέπεται και για κάθε μη πλήρη εβδομαδιαία απασχόληση και εφόσον η εργασία παρασχέθηκε για τουλάχιστον 3 ημέρες. Ο αριθμός που εκφράζει τις ημέρες της πραγματικής απασχόλησης προσαυξάνεται κατά μία (1) μονάδα. Εάν δηλαδή ένας εργαζόμενος εργασθεί 3 ημέρες την εβδομάδα αναγνωρίζει στην ασφάλιση 4. Ίσως υπάρχει προβληματισμός και ερώτηση για το εάν αυτό εφαρμόζεται και για τους εργαζομένους με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας. Η απάντηση είναι αρνητική, γιατί το 5θήμερο δεν ισχύει για τους εκ περιτροπής εργαζόμενους μισθωτούς. Το σύστημα αυτό με την προσαύξηση κατά 1 ημέρα εφαρμόζεται μόνο στους απασχολούμενους ανελλιπώς. Οι εκ περιτροπής εργαζόμενοι αναγνωρίζουν στην ασφάλιση όσες πραγματικά προσέφεραν ημέρες εργασίας χωρίς καμία προσαύξηση. Παραλείψεις και Συνέπειες Εάν η εφαρμογή του μέτρου γίνεται χωρίς να τηρηθούν οι πιο πάνω όροι και προϋποθέσεις, τότε δεν υπάρχει σχετικό δικαίωμα του εργοδότη για την επιβολή του συστήματος, οπότε αυτό επισύρει τις συνέπειες του άρθρου 7 του ν. 2112/20 και των άρθρων 361, 349, 350, 656 ΑΚ. Το άρθρο 7 του ν. 2112/20 αναφέρεται στη μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή ο μισθωτός έχει διαζευκτικώς τις εξής δυνατότητες α) να αποδεχθεί τη μεταβολή, οπότε συνάπτεται νέα σύμβαση, τροποποιητική της αρχικής, η οποία είναι έγκυρη, εφόσον δεν αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη νόμου ή στα χρηστά ήθη, β) να θεωρήσει τη μονομερή βλαπτική μεταβολή ως καταγγελία από την πλευρά του εργοδότη και να αποχωρήσει, αξιώνοντας συγχρόνως την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης και γ) να εμμείνει στην τήρηση των συμβατικών όρων, προσφέροντας τις υπηρεσίες του σύμφωνα με τους πριν από τη μεταβολή όρους, οπότε η μη αποδοχή τους από τον εργοδότη τον καθιστά υπερήμερο και επέρχονται οι συνέπειες που ορίζει το άρθρο 656 ΑΚ (καταβολή μισθών υπερημερίας).