Πότε συντρέχει Υπερωρία - Υπερεργασία - Τρόπος εξεύρεσης ωρομισθίου (...) Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του ν. 435/1976, οι μισθωτοί που απασχολούνται νομίμως πέρα από τα επιτρεπόμενα για κάθε κατηγορία ανώτατα χρονικά όρια της ημερήσιας εργασίας, δικαιούνται αμοιβής για κάθε ώρα τέτοιας απασχόλησης, ίσης προς το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο αυξημένο κατά τα οριζόμενα ποσοστά, ενώ οι μισθωτοί που παρέχουν μη νόμιμη υπερωριακή εργασία δικαιούνται από την πρώτη ώρα, πέρα από τον πλουτισμό που αποκόμισε ο εργοδότης χωρίς νόμιμη αιτία, και πρόσθετη αποζημίωση ίση προς το 100% του καταβαλλόμενου ωρομισθίου τους. Περαιτέρω, με το άρθρο 6 της από 14.2.1984 ΕΓΣΣΕ, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με την υπ' αριθμ. 11770/20.3.1984 απόφαση του Υπουργού Εργασίας (ΦΕΚ Β' 81), η εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των μισθωτών ορίσθηκε από 1.1.1984 σε 40 ώρες, για την απασχόληση δε πέρα από το συμβατικό (συλλογικό) αυτό εβδομαδιαίο ωράριο έως τη συμπλήρωση του νομίμου ανωτάτου ωραρίου εβδομαδιαίας εργασίας, δηλαδή της υπερεργασίας, καταβάλλεται αμοιβή σύμφωνα με το άρθρο 9 της 1/1982 απόφασης του ΔΔΔΔ Αθηνών, που κυρώθηκε με το άρθρο 29 του ν. 1346/1983. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι: α) ως προς τη συνδρομή υπερεργασίας, δηλαδή απασχολήσεως του μισθωτού πέρα από τις 40 ώρες μέσα στην ίδια εβδομάδα μέχρι τη συμπλήρωση των 48 ωρών ανώτατης εβδομαδιαίας εργασίας, κριτήριο αποτελεί όχι η ημερήσια, αλλά η εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας και όχι κατά τις Κυριακές ή άλλες ημέρες ανάπαυσης, για τις οποίες υφίσταται αυτοτελής νομοθετική πρόνοια και, συνεπώς, ο απασχολούμενος υπό καθεστώς πέντε εργασίμων ημερών εβδομαδιαίως πραγματοποιεί υπερεργασία, για την οποία δικαιούται την οικεία αμοιβή (ωρομίσθιο επαυξανόμενο κατά 25%), αν η απασχόλησή του υπερβαίνει κατά τις ημέρες αυτές το συμβατικό όριο των 40 ωρών, β) ως προς τη συνδρομή υπερωριακής εργασίας, νόμιμης ή παράνομης, στην οποία αφορούν οι παροχές του άρθρου 1 του ν. 435/1976, λαμβάνεται υπόψη όχι η εβδομαδιαία, αλλά η ημερήσια απασχόληση του μισθωτού, υπό την έννοια ότι υφίσταται υπερωριακή εργασία, όταν ο μισθωτός της προκειμένης κατηγορίας απασχοληθεί πέραν των οκτώ ωρών ημερησίως (ή πέραν των εννέα ωρών υπό τους όρους του άρθρου 6 της από 26.2.1975 ΕΓΣΣΕ, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν. 133/1975), έστω και αν με την υπεραπασχόληση αυτή δεν πραγματοποιείται υπέρβαση του οριζομένου από το νόμο ανωτάτου ορίου εβδομαδιαίας εργασίας, αφού δεν χωρεί συμψηφισμός της επιπλέον ημερήσιας εργασίας με τις λιγότερες ώρες εργασίας άλλης ημέρας της ίδιας εβδομαδιαίας περιόδου. Η υπερωριακή εργασία που παρέχεται χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του ν.δ. 515/1970, αμείβεται με αποζημίωση βάσει των διατάξεων του αδικαιολογήτου πλουτισμού και με προσαύξηση 100% του καταβαλλομένου ωρομισθίου (ΑΠ 732/2018, ΑΠ 684/2017, ΑΠ 314/2017, ΑΠ 534/2014). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 2874/2000, όπως αυτό ισχύει μετά τη διαδοχική αντικατάστασή του με τα άρθρα 1 του ν. 3385/2005 (με έναρξη ισχύος από 1.10.2005) και 74 παρ.10 του ν. 3863/2010 (με έναρξη ισχύος από 15.7.2010), ως υπερωριακή θεωρείται η απασχόληση πέραν των 45 ωρών, σε επιχειρήσεις που απασχολούν το προσωπικό τους σε πενθήμερη βάση και πέραν των 48 ωρών, σε επιχειρήσεις που απασχολούν το προσωπικό τους σε εξαήμερη βάση. Ο νόμιμος χρόνος ημερήσιας απασχόλησης και μετά τη νέα ρύθμιση, παραμένει η κύρια βάση του υπολογισμού των υπερωριών, αφού στην ίδια διάταξη ορίζεται ότι οι ρυθμίσεις για το νόμιμο ημερήσιο ωράριο (8ωρο για εξαήμερη και 9ωρο για πενθήμερη απασχόληση) διατηρούνται σε ισχύ. Συνεπώς, η απασχόληση πέραν των εννέα ή οκτώ ωρών ημερησίως (υπό το σύστημα του πενθημέρου ή εξαημέρου, αντίστοιχα) είναι πάντα υπερωρία, είτε νόμιμη είτε παράνομη, διότι υπερβαίνει το ανώτατο όριο διάρκειας του νομίμου ημερήσιου ωραρίου. Το ύψος της αποζημίωσης για την παράνομη υπερωριακή απασχόληση προσδιορίσθηκε αρχικά, με το άρθρο 4 παρ.5 του ν. 2874/2000, στο 250% του καταβαλλομένου ωρομισθίου και, στη συνέχεια, καθορίσθηκε η αποζημίωση για κάθε ώρα παράνομης υπερωρίας ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 100% (άρθρο 1 ν. 3385/2005). Με τη διάταξη του άρθρου 74 παρ.10 του ν. 3863/2010, η οποία ισχύει από 15.7.2010 (άρθρο 76 ν. 3863/2010), το ωρομίσθιο της υπερεργασίας και της υπερωριακής εργασίας μειώθηκε ως ακολούθως: α) για τις ώρες της υπερεργασίας (από την 41η έως και την 45η ώρα κάθε εβδομάδας επί πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και συμβατικό ωράριο 40 ωρών εβδομαδιαίως), η οφειλόμενη προσαύξηση ανέρχεται σε ποσοστό 20% επί του καταβαλλόμενου ωρομισθίου, β) για τις ώρες της νόμιμης υπερωρίας μέχρι τη συμπλήρωση 120 ωρών ετησίως ανέρχεται σε ποσοστό 40% και για την πέραν των 120 ωρών ετησίως σε ποσοστό 60% και γ) για κάθε ώρα κατ' εξαίρεση υπερωριακής εργασίας η δικαιούμενη αποζημίωση του εργαζομένου ορίζεται σε ποσοστό 80% επί του καταβαλλόμενου ωρομισθίου (ΑΠ 1582/2018, 288/2018, 1109/2017). Για τον προσδιορισμό της αμοιβής του εργαζομένου, σε περίπτωση παροχής από αυτόν υπερεργασίας ή υπερωριακής εργασίας, θα πρέπει να εξευρεθεί το ωρομίσθιο. Για την εξεύρεση του ωρομισθίου ακολουθείται η μέθοδος που καθορίζει η Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., της 26.2.1975 (άρθρο 5). Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, το ωρομίσθιο, μετά την καθιέρωση, με τις Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., των 40 ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης, υπολογίζεται ως εξής: α) Για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό διαιρούμε τις εβδομαδιαίες αποδοχές, δηλαδή τα 6/25 του μηνιαίου μισθού, συμφωνημένου ή νομίμου με το 40, που είναι ο αριθμός των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας. Απλούστερα, το ωρομίσθιο μπορεί να βρεθεί πολλαπλασιάζοντας το μηνιαίο μισθό με το συντελεστή 0,006. Ο συντελεστής αυτός είναι το πηλίκο της διαίρεσης του 6/25 με το 40. Για όσους εργαζόμενους ισχύει και εφαρμόζεται εβδομαδιαίο ωράριο μικρότερο των 40 ωρών, ο διαιρέτης ορίζεται ίσος προς τον αριθμό των λιγότερων αυτών ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, β) Για τους εργαζόμενους που αμείβονται με ημερομίσθιο, πολλαπλασιάζουμε το ημερομίσθιο με τον αριθμό των εργασίμων ημερών της εβδομάδας που είναι 6, και στη συνέχεια το διαιρούμε με το 40. Μπορεί δε, να βρεθεί απλούστερα, πολλαπλασιάζοντας το ημερομίσθιο με τον αριθμό 0,15, που είναι ο συντελεστής αναγωγής του ημερομισθίου σε ωρομίσθιο για 40 ώρες απασχόλησης. Εάν η εβδομαδιαία απασχόληση είναι μικρότερη των 40 ωρών, ισχύει ότι και για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό. Ο τρόπος αυτός υπολογισμού του ωρομισθίου ισχύει τόσο για τους μισθωτούς με απασχόληση 6 ημερών των εβδομάδα όσο και για εκείνους για τους οποίους εφαρμόζεται το σύστημα της πενθήμερης εργασίας.(...) Α.Π. 1368/2023 Πρόεδρος: Η κ. Μαριάνθη Παγουτέλη Εισηγητής: Η κ. Ιωάννα Μαργέλλου - Μπουλταδάκη Δικηγόροι: Η κ. Ζαχαρούλα Καλύβα - Ο κ. Ανδρέας Μαυρογάνης