ΝΟΜΟΣ 3763/2009

ΝΟΜΟΣ 3763/2009

Ενσωμάτωση Οδηγιών 2006/98/ΕΚ, 2008/8/ΕΚ και 2007/74/ΕΚ, διατάξεων των Οδηγιών 2006/112/ΕΚ και 2006/69/ΕΚ, διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, κεφαλαίου, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών και λοιπές διατάξεις.

ΦΕΚ 80/Α/27.5.2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Δήλωση εισοδήματος ανηλίκων

1. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.), που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α’), προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

“Τα προηγούμενα εδάφια έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση που το εισόδημα των ανηλίκων τέκνων προέρχεται από ακίνητα που περιήλθαν σε αυτά από ανιόντες, στους οποίους είχαν μεταβιβασθεί από τους γονείς των ανηλίκων”.

2. Στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύει, προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

“Σε περίπτωση που για το ανήλικο τέκνο, συντρέχει μία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις α’ έως στ’ της παραγράφου αυτής, τότε στην υποβαλλόμενη δήλωσή του περιλαμβάνεται και το εισόδημα που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν σε αυτό από χαριστικές παροχές από τους γονείς του, καθώς και το αντίστοιχο υποκατάστατό τους”.

3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από το οικονομικό έτος 2010.

Άρθρο 2
Ρυθμίσεις στη φορολογία των εμπορικών και γεωργικών επιχειρήσεων

1. Οι διατάξεις της περίπτωσης α’ της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κ.Φ.Ε. ισχύουν και για τη χρήση 2009.

2. Τα ποσά φόρου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, εφαρμόζονται και για τη χρήση 2009.

3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

“Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται και για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται από 1.1.2009 μέχρι την 31.12.2009”.

4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

“Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται και για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται από 1.1.2009 μέχρι την 31.12.2009”.

5. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 43 του Κ.Φ.Ε. όπως ισχύει, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την 1.9.2004.

6. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 44 του Κ.Φ.Ε. όπως ισχύει, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την 1.9.2007.

7. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 58 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, προστίθεται νέο πέμπτο εδάφιο ως εξής:

“Εξαιρούνται της παρακράτησης φόρου εισοδήματος όσοι αποκτούν εισόδημα από τη διανομή διαφημιστικών εντύπων το οποίο δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ετησίως”.

Άρθρο 3
Φορολογικό απόρρητο και λοιπές διατάξεις

1. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 47 του Κ.Φ.Ε. καταργείται.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 70 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

Ειδικώς, όταν στο φύλλο ελέγχου περιλαμβάνονται και εισοδήματα που προέρχονται από γεωργικές ή εμπορικές επιχειρήσεις ή από την άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος ή μόνο τέτοια εισοδήματα, που προέρχονται όμως αποκλειστικά από άσκηση επιχειρήσεων, που τηρούν βιβλία και στοιχεία της τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων: α) υποχρεωτικά λόγω ύψους ακαθάριστων εσόδων ή β) υποχρεωτικά λόγω νομικής μορφής ή προαιρετικά, εφόσον στις περιπτώσεις αυτές το ύψος των ακαθάριστων εσόδων υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) των ακαθάριστων εσόδων που απαιτούνται για την υποχρεωτική τήρηση βιβλίων και στοιχείων της τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, τότε η διοικητική επίλυση της διαφοράς γίνεται από επιτροπή που αποτελείται από τον αρμόδιο επιθεωρητή, τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους και, ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας της κρινόμενης υπόθεσης, από εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού ή του Οικονομικού ή του Βιοτεχνικού και Επαγγελματικού Επιμελητηρίου ή του εμπορικού ή επαγγελματικού συλλόγου της περιοχής, στην οποία εδρεύει η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία”.

3. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 85 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση θ, ως εξής:

“θ) Η χορήγηση στοιχείων στα Γραφεία και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για την υποστήριξη των δικαιωμάτων του Δημοσίου ή απόκρουση των κατ’ αυτού αξιώσεων τρίτων ενώπιον των δικαστηρίων”.

4. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται και προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο ως εξής:

“Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β’, γ’, δ’, ε’ και στ’ και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17, εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής του τεκμηρίου. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται για εισοδήματα που αποκτώνται και δαπάνες που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2009 και επόμενα”.

5. Ο συντελεστής παρακράτησης φόρου της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνεται μέχρι 31.12.2010 στο ένα τοις εκατό (1%).

6. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 62 του Κ.Φ.Ε. καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2009.

Άρθρο 4
Υποκαταστήματα αλλοδαπών προσωπικών εταιρειών

1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

“Ειδικά για τα υποκαταστήματα αλλοδαπών ομορρύθμων ή ετερορρύθμων εταιρειών, ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στα καθαρά κέρδη που απομένουν μετά την αφαίρεση από αυτά επιχειρηματικής αμοιβής για μέχρι τρεις (3) ομόρρυθμους εταίρους της αλλοδαπής εταιρείας, οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής. Σε περίπτωση περισσοτέρων με το ίδιο ποσοστό συμμετοχής, οι δικαιούχοι επιχειρηματικής αμοιβής ορίζονται με την αρχική δήλωση. Η επιχειρηματική αμοιβή προσδιορίζεται, με την εφαρμογή του ποσοστού συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας του καθένα από τους πιο πάνω εταίρους, στο ήμισυ των κερδών της εταιρείας που δηλώνονται με την οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το εισόδημα αυτό υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις, ανεξάρτητα αν ο δικαιούχος της αμοιβής αυτής είναι κάτοικος ημεδαπής ή αλλοδαπής. Οι διατάξεις των τεσσάρων προηγούμενων εδαφίων έχουν εφαρμογή εφόσον οι ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρον με βάση τη νομοθεσία του κράτους-μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η προσωπική εταιρεία”.

2. Η περίπτωση ε’ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“ε) Η επιχειρηματική αμοιβή του ομόρρυθμου εταίρου και του κοινωνού, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 10 και 109”.

3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για εισοδήματα οικονομικού έτους 2010 που προκύπτουν από 1ης Ιανουαρίου 2009 και μετά.

Άρθρο 5
Έκπτωση δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα

Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ιγ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής:

“Σε περίπτωση κατά την οποία ο ετήσιος συντελεστής απόσβεσης που προκύπτει με τον τρόπο αυτόν είναι μικρότερος από το συντελεστή που ορίζεται από το π.δ. 299/2003 (ΦΕΚ 255 Α’) για το ίδιο πάγιο στοιχείο, όταν αυτό είναι ιδιόκτητο, εφαρμόζονται τα οριζόμενα από το προεδρικό διάταγμα”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Άρθρο 6
Ενιαίο Τέλος Ακινήτων

1. Η περίπτωση ια’ του άρθρου 8 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3670/2008 (ΦΕΚ 117 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

“ια) Τα Μουσεία, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τα Κοινωφελή Ιδρύματα, τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α’) και οι Ξένες Αρχαιολογικές και Γεωργικές Σχολές, καθώς και τα μη κερδοσκοπικά σωματεία που επιδιώκουν αποδεδειγμένα εκπαιδευτικούς σκοπούς και τα σχολεία τους έχουν αναγνωρισθεί ως ισότιμα προς τα δημόσια για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους”.

2. Οι δύο πρώτες παράγραφοι του άρθρου 9 του ν. 3634/2008 αντικαθίστανται ως εξής:

“Από τη συνολική αξία των κατοικιών των φυσικών προσώπων αφαιρείται ποσό μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000 e) για τους άγαμους. Για τους έγγαμους, αφαιρείται ποσό μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (200.000 e), επιμεριζόμενο αναλογικά μεταξύ των κατοικιών των ιδιοκτητών που αναγράφονται στην ίδια δήλωση. Μέχρι το ποσό του προηγούμενου εδαφίου αφαιρείται και για χήρους ή διαζευγμένους ή άγαμους που βαρύνονται με προστατευόμενα σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος τέκνα, όπως αυτά αναγράφονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους. Το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000 e) προσαυξάνεται κατά τριάντα χιλιάδες ευρώ (30.000 e), όταν στη δήλωση φόρου εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους περιλαμβάνονται τρία προστατευόμενα κατά τον Κ.Φ.Ε. τέκνα και άνω”.

3. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου 9 του ν. 3634/2008 καταργείται.

4. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α’ “Φυσικά Πρόσωπα” του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

“Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας μετά την αφαίρεση των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 9 του ν. 3634/2008, επιβάλλεται τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1 0/00)”.

5. Το τρίτο από το τέλος εδάφιο του άρθρου 11 του ν. 3634/2008, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Το τέλος που αναλογεί στη συνολική αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα και τα γεωργικά και κτηνοτροφικά κτήρια”.

6. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 16 του ν. 3634/2008 αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των φυσικών προσώπων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1, 4, 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 1, καθώς και των άρθρων 2, 4, 9, 15, 22, 23 και 24 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 197 Α’), όπως ισχύουν. Δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο όταν δεν προκύπτει διαφορά φόρου για καταβολή, εφόσον έχει ήδη επιβληθεί αυτοτελές πρόστιμο για τη δήλωση στοιχείων ακινήτων.

3. Ως αφετηρία για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων της προηγούμενης παραγράφου, ορίζεται η επομένη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης Ε9. Ειδικότερα για το έτος 2008, ως αφετηρία για την επιβολή των ανωτέρω πρόσθετων φόρων και προστίμων, ορίζεται η επόμενη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης Ε9, εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των εξήντα εργάσιμων ημερών από την έκδοση του εκκαθαριστικού”.

7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του ν. 3634/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Στα νομικά πρόσωπα, τα οποία δεν υπέβαλαν αρχικές δηλώσεις ενιαίου τέλους ακινήτων μετά από παρέλευση τριών μηνών από την καταληκτική προθεσμία υποβολής της δήλωσης, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο που ορίζεται σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην οποία γίνεται σύντομη περιγραφή της παράβασης, η οποία καταχωρείται και κοινοποιείται αρμοδίως. Για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, τη βεβαίωση και την καταβολή του προστίμου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν. Σε διοικητική επίλυση της διαφοράς ή δικαστικό συμβιβασμό, το πρόστιμο της παραγράφου αυτής περιορίζεται στα τρία πέμπτα (3/5) αυτού. Σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανυπαρξίας της παράβασης το πρόστιμο διαγράφεται. Η πράξη διαγραφής πρέπει να περιέχει πλήρη και ειδική αιτιολογία για την ανυπαρξία της παράβασης”.

8. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 6 ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2008 και των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 7 από 1ης Ιανουαρίου 2009.

9. Η περίπτωση ιβ’ του άρθρου 8 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α’), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“ιβ) Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3647/2008 (ΦΕΚ 37 Α’) για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2009”.

Άρθρο 7
Δήλωση στοιχείων ακινήτων

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται τις ίδιες ημερομηνίες με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

Τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994) τα οποία δεν έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, υποβάλλουν τη δήλωση στοιχείων ακινήτων στις προθεσμίες που ορίζονται από την περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 107 του ίδιου νόμου.

Τα νομικά πρόσωπα τα οποία, λόγω υπερδωδεκάμηνης χρήσης, δεν υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με τη λήξη του πρώτου τμήματος αυτής, δωδεκάμηνης ή μικρότερης χρονικής διάρκειας, εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η μεταβολή, υποβάλλουν τη δήλωση στοιχείων ακινήτων μέχρι τη δέκατη ημέρα του πέμπτου μήνα από τη λήξη του οικείου ημερολογιακού έτους.

Σε περίπτωση μετασχηματισμού επιχειρήσεων, η προερχόμενη από τη μετατροπή ή συγχώνευση επιχείρηση, καθώς και η απορροφώσα, σε περίπτωση συγχώνευσης με απορρόφηση, υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων για λογαριασμό της επιχείρησης που μετασχηματίστηκε, την ίδια ημερομηνία με την υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλει στο όνομα της τελευταίας.

Τα νομικά πρόσωπα που υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με τη λήξη της εκκαθάρισης ή της διάλυσης υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση στοιχείων ακινήτων την ίδια ημερομηνία.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, δύναται να παρατείνεται η προθεσμία υποβολής της δήλωσης στοιχείων ακινήτων, καθορίζεται κατ’ έτος ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης στοιχείων ακινήτων, ο τρόπος υποβολής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος”.

2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2009.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Άρθρο 8

1. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, ΦΕΚ 248 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

“Εξαιρείται η ναύλωση ή η μίσθωση σκαφών ή αεροσκαφών ιδιωτικής χρήσης που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό. Η ναύλωση επαγγελματικών πλοίων αναψυχής του ν. 2743/1999 απαλλάσσεται, εφόσον αυτά προσεγγίζουν κατά την πραγματοποίηση των πλόων τους και σε λιμένες εκτός Ελλάδας”.

2. Το τέταρτο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του ίδιου Κώδικα, αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι διατάξεις αυτής της περίπτωσης που αφορούν στα πλοία του ν. 2743/1999 εφαρμόζονται και για τα λοιπά επαγγελματικά πλοία”.

3. Στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθεται νέα υποπερίπτωση iv, ως εξής:

iv) Υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις τυχόν αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγγραφο με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τροποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά πράξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 6″.

4. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 37 του Κώδικα ΦΠΑ αναριθμείται σε γ ‘ και προστίθεται νέα περίπτωση β, ως εξής:

“β) να μην συντάσσουν έγγραφα διορθωτικά, συμπληρωματικά, τροποποιητικά ή επαναληπτικά των εγγράφων που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση α, εφόσον δεν παραδίδεται σε αυτούς θεωρημένο αντίγραφο της πράξης προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 49”.

5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 του Κώδικα ΦΠΑ αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Ο υποθηκοφύλακας ή ο προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου είναι υποχρεωμένος να αρνηθεί τη μεταγραφή σύμβασης ή δικαστικής απόφασης ή οποιασδήποτε άλλης πράξης που αφορά πράξεις επί ακινήτων που προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 περίπτωση α’ του άρθρου 6, πλην της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, αν δεν προσκομίζεται σε αυτόν αντίγραφο της ειδικής δήλωσης της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 ή θεωρημένο αντίγραφο της πράξης προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 49 προκειμένου για έγγραφα διορθωτικά, συμπληρωματικά, τροποποιητικά ή επαναληπτικά των παραπάνω εγγράφων”.

6. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:

“Μετά την παρέλευση της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 και σε κάθε περίπτωση πριν από την καταχώρηση της πράξης προσδιορισμού του φόρου στο οικείο βιβλίο, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49 ή 50, επιτρέπεται επίσης η υποβολή αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων.

Αρχική ή τροποποιητική δήλωση, η οποία υποβάλλεται μετά την καταχώρηση της πράξης προσδιορισμού του φόρου στα οικεία βιβλία, για τη συγκεκριμένη φορολογική ή διαχειριστική περίοδο που ελέγχθηκε, είναι απαράδεκτη και δεν παράγει έννομο αποτέλεσμα”.

7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 49 του Κώδικα ΦΠΑ αναριθμείται σε περίπτωση α’ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού και προστίθεται νέα περίπτωση β’ ως εξής:

“β) Μερική πράξη είναι και η πράξη που εκδίδεται επί ειδικής δήλωσης για τη μεταβίβαση ακινήτων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 48. Η έκδοση της πράξης αυτής δεν αποκλείει την έκδοση συμπληρωματικής πράξης επί της ειδικής δήλωσης όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης iv της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36″.

8. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του Κώδικα ΦΠΑ καταργείται.

9. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

“Αν υποβληθεί αίτημα για διοικητική επίλυση της διαφοράς με ιδιαίτερη αίτηση, η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναστέλλεται με την υποβολή της αίτησης, μη υπολογιζόμενης της ημέρας υποβολής αυτής και συνεχίζεται από την επόμενη εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα, της ημέρας υπογραφής της πράξης ματαίωσης ή μερικής επίλυσης της διαφοράς”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΘΕΜΑΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ Κ.Β.Σ.

Άρθρο 9
Περαίωση υποβαλλόμενων φορολογικών δηλώσεων χωρίς έλεγχο, διοικητική επίλυση της διαφοράς

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Εξαιρούνται γενικώς της διαδικασίας περαίωσης κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου οι δηλώσεις των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, των γεωργικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων των παραγράφων 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 33 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α’), εφόσον οι ως άνω επιχειρήσεις δεν προσδιορίζουν τα καθαρά τους κέρδη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 αυτού του Κώδικα, καθώς και των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την ανέγερση και πώληση οικοδομών, των επιχειρήσεων που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς φορολογίας πλοίων για τη δραστηριότητα της εκμετάλλευσης του πλοίου και των επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών που δεν τήρησαν βιβλία, αν και είχαν σχετική υποχρέωση”.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τις δηλώσεις που αφορούν διαχειριστικές περιόδους που λήγουν από 31.12.2008 και μετά.

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 70 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής:

“10. Επί διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 7, περιορίζεται στο μισό (1/2) το προβλεπόμενο ποσοστό προσαύξησης του συντελεστή καθαρού κέρδους ή καθαρού εισοδήματος ή καθαρών αμοιβών, στις περιπτώσεις εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 2 του άρθρου 32, 2 και 5 του άρθρου 34 και 5 του άρθρου 49, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα οι πιο πάνω διατάξεις έχουν ανάλογη εφαρμογή”.

Άρθρο 10
Ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων

1. Οι επιτηδευματίες με υποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004 (ΦΕΚ 149 Α’) μπορούν να υποβάλουν την προβλεπόμενη από την παράγραφο αυτή αίτηση μέχρι 15.6.2009.

2. Η έκδοση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004, καθώς και η υποβολή αυτών από τους ίδιους τους επιτηδευματίες στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 11 του ανωτέρω νόμου και των άρθρων 28 του ν. 3697/2008 (ΦΕΚ 194 Α’) και 89 του ν. 3746/2009 (ΦΕΚ 27 Α’), λήγει την 30.6.2009.

3. Υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκαν και κοινοποιήθηκαν τα εκκαθαριστικά σημειώματα του άρθρου 9 του ν. 3259/2004 στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 1 έως 11 του νόμου αυτού, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 28 του ν. 3697/2008 και 89 του ν. 3746/2009, αλλά δεν επήλθε περαίωση κατά τις ανωτέρω διατάξεις, μπορούν να περαιώνονται κατά τις διατάξεις αυτές εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την υποβολή σχετικής γραπτής αίτησης του επιτηδευματία στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., η οποία υποβάλλεται μέχρι 30.4.2009.

4. Εφόσον για τις υποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν περιέλθει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. πάσης φύσεως στοιχεία και πληροφορίες οι οποίες αρχικά δεν υφίσταντο και γενικά εφόσον έχουν μεταβληθεί τα δεδομένα του οικείου φακέλου, η περαίωση γίνεται κατά τα οριζόμενα στην εν λόγω παράγραφο, λαμβανομένων υπόψη των νέων δεδομένων και με την προϋπόθεση ότι οι υποθέσεις αυτές συνεχίζουν να είναι εκκρεμείς και συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος εξαίρεσης.

Άρθρο 11
Στο άρθρο 53 του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ 166 Α’) προστίθενται νέες παράγραφοι 3 και 4 ως εξής:

“3. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του π.δ. 16/1989 “Κανονισμός λειτουργίας Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και των Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών” (ΦΕΚ 6 Α’), όπως αυτές ισχύουν, που αφορούν τα Τμήματα ή Γραφεία Ελέγχου και τις διαδικασίες και τα θέματα του φορολογικού ελέγχου γενικά. Τα πιο πάνω Τμήματα ή Γραφεία έχουν και την αρμοδιότητα επιμέλειας έκδοσης των κατά περίπτωση διοικητικών πράξεων επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων και περαιτέρω βεβαίωσης ειδικά των προστίμων, καθώς και τήρησης στατιστικών στοιχείων και λοιπών πληροφοριών σε σχέση με τους διενεργούμενους ελέγχους και τα αποτελέσματά τους.

4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 28 του ν. 3016/2002 (ΦΕΚ 110 Α’) προστίθεται νέα περίπτωση στ’ που έχει ως εξής:

“στ) Την υποστήριξη γενικώς, μέσω της δημιουργίας βάσεων δεδομένων και πληροφοριών και της επεξεργασίας αυτών, των υπόλοιπων Τμημάτων της Διεύθυνσης. Ισχύουσες διατάξεις που αφορούν το Τμήμα Ε’ της Διεύθυνσης και σχετίζονται με θέματα πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως ισχύουν ανάλογα και για το Τμήμα Δ'””.

Άρθρο 12

Σύσταση Ειδικής Επιτελικής Ομάδας Εργασίας στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών για τη μελέτη και δημιουργία σχεδίου εφαρμογής ηλεκτρονικών διασταυρώσεων

…………………………………………………..

Άρθρο 13
Αξιοποίηση αποτελεσμάτων διασταυρώσεων

…………………………………………………..

Άρθρο 14
Πρόστιμο ΦΠΑ και άλλες διατάξεις περί κυρώσεων

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α’/11.9.1997) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

“Το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται, ανεξάρτητα αν μετά την ημερομηνία έκδοσης της οικείας εντολής ελέγχου υποβληθεί εκπρόθεσμη αρχική ή συμπληρωματική περιοδική ή εκκαθαριστική δήλωση”.

2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:

“Ειδικά στην περίπτωση οριστικοποίησης της καταλογιστικής πράξης λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, τα ως άνω ποσοστά πρόσθετων φόρων υπολογίζονται μέχρι το χρόνο οριστικοποίησης της πράξης”.

3. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 και η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του ν. 3610/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Στις περιπτώσεις εφαρμογής της προηγούμενης παραγράφου, μειώνονται στο 1/5 και τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 4, 5 και 6 του ν. 2523/1997 πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις που σχετίζονται άμεσα με τις υποβαλλόμενες δηλώσεις ή τη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα πρόστιμα των άρθρων 5 και 6 του ν. 2523/1997, η ανωτέρω μείωση ισχύει με την προϋπόθεση ότι η φορολογητέα ύλη που σχετίζεται με τις οικείες παραβάσεις έχει δηλωθεί σε όλες τις φορολογίες.

4. Επί προστίμων των άρθρων 5 και 6 του ν. 2523/1997 που μειώνονται στο 1/5 στο πλαίσιο εφαρμογής των οριζομένων στην παράγραφο 2, εφόσον διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση του δεύτερου εδαφίου της ίδιας παραγράφου, επιβάλλεται με συμπληρωματική πράξη το υπόλοιπο ποσό του προστίμου που αντιστοιχεί στα 4/5 αυτού, χωρίς στις περιπτώσεις αυτές να εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997 περί μείωσης επί συμβιβασμού”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του ν. 2523/1997, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η αρμόδια για την έκδοση των οικείων καταλογιστικών πράξεων των φόρων, τελών και εισφορών ή των αποφάσεων επιβολής προστίμου του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων φορολογική αρχή, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα με οποιονδήποτε τρόπο όλες τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα”.

Άρθρο 15
Τροποποίηση του άρθρου 8 του π.δ. 249/1998

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του π.δ. 249/1998 (ΦΕΚ 186 Α’) αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“1. Στη Διεύθυνση Βιβλίων και Στοιχείων συνιστάται τμήμα με τίτλο “Τμήμα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διασφάλισης Συναλλαγών”, στο οποίο κατανέμονται οι πιο κάτω αρμοδιότητες:

α) Η παρακολούθηση των εξελίξεων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, των νέων τεχνικών δυνατοτήτων στη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και ηλεκτρονικών μέσων και συστημάτων και η μέριμνα για την κατάρτιση και εισήγηση τεχνικών προδιαγραφών των παραπάνω συστημάτων και μέσων, με σκοπό τη διαρκή προσαρμογή τους στις εξελισσόμενες τεχνικές και στις απαιτήσεις του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών στη διασφάλιση των καταγραφόμενων δεδομένων φορολογικού ενδιαφέροντος των συναλλαγών και την περιστολή της φοροδιαφυγής.

β) Η παρακολούθηση της ευρωπαϊκής και της διεθνούς νομοθεσίας για την αξιοποίηση της διαθέσιμης εμπειρίας, την εναρμόνιση και την παραγωγή αντίστοιχων εθνικών κανονιστικών διατάξεων για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.

γ) Η υποστήριξη των άλλων τμημάτων της Διεύθυνσης και άλλων διευθύνσεων και υπηρεσιών του Υπουργείου σε θέματα προδιαγραφών λογισμικού, απαιτήσεων και επεκτάσεων μηχανογραφικών εφαρμογών και χρήσης κατάλληλων ηλεκτρονικών μέσων και συστημάτων, για την αποτελεσματικότερη καταγραφή και παρακολούθηση των συναλλαγών που σχετίζονται με την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων των επιτηδευματιών.

δ) Η υποστήριξη της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α’) στις διαδικασίες χορήγησης νέων ή ανάκλησης παλαιών αδειών καταλληλότητας φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων ή άλλων μέσων τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα χορήγησης άδειας καταλληλότητας από την Επιτροπή, η υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής για κάθε άλλο θέμα της αρμοδιότητας της και η μέριμνα για την υλοποίηση των αποφάσεών της.

ε) Η παρακολούθηση και η συνεργασία με τους φορείς που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του ν. 1809/1988, για τον αναγκαίο έλεγχο πιστότητας των προς έγκριση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων, καθώς και αυτών που έχουν διατεθεί στην αγορά.

στ) Η συλλογή και η αξιοποίηση στοιχείων και η τήρηση σχετικών ηλεκτρονικών αρχείων δεδομένων, υπό τον όρο της εχεμύθειας και της προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου και της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σχετικά με τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας ή άδεια παροχής υπηρεσιών τεχνικής υποστήριξης φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς και η εποπτεία των εξουσιοδοτημένων τεχνικών και των επιχειρήσεων αυτών του άρθρου 3 του ν. 1809/1988.

ζ) Η τήρηση ηλεκτρονικού αρχείου με όλα τα μοντέλα και τα χαρακτηριστικά των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας και των μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς επίσης και αρχείου βλαβών των μέσων αυτών.

η) Η συνδρομή των ελεγκτικών και διωκτικών υπηρεσιών στον έλεγχο πιστότητας ή των περιπτώσεων παραποίησης των χαρακτηριστικών ή παραβίασης των διατεθέντων στην αγορά εγκεκριμένων μοντέλων φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς και τον έλεγχο ακεραιότητας των ηλεκτρονικών δεδομένων των συναλλαγών που έχουν σημανθεί με τη χρήση των ανωτέρω φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων.

θ) Η εισήγηση για τη λήψη νέων ή συμπληρωματικών μέτρων σε θέματα αρμοδιότητας του τμήματος, για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου.

2. Του Τμήματος Τεχνολογιών Πληροφορικής και Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διασφάλισης Συναλλαγών προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Μηχανικού Η/Υ (Hardware) ή Επιστήμης Η/Υ (Software). To τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλήλους των κατωτέρω κλάδων, ως εξής:

έναν (1) υπάλληλο ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Μηχανικού Η/Υ (Hardware)

έναν (1) υπάλληλο ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Επιστήμης Η/Υ (Software)

δύο (2) υπαλλήλους ΤΕ Πληροφορικής ειδικότητας Η/Υ Συστημάτων (Hardware)

δύο (2) υπαλλήλους ΠΕ Εφοριακών

δύο (2) υπαλλήλους ΤΕ Εφοριακών

έναν (1) υπάλληλο ΔΕ Εφοριακών”.

Άρθρο 16
Τροποποίηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων

1. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α’) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως ακολούθως:

“Επίσης απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων ο ασφαλιστικός σύμβουλος και ο συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων, εφόσον είναι φυσικά πρόσωπα, δεν έχουν επαγγελματική εγκατάσταση και δεν είναι επιτηδευματίες από άλλη αιτία”.

2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 1.1.2009.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ

Άρθρο 17
Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών

Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 του ν. 3746/2009 (ΦΕΚ 27 Α) αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί μέχρι και τις 30.6.2009 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη”.

Άρθρο 18
Ακατάσχετα

Στο άρθρο 11 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α’) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Οι εισπράξεις δημοσίων εσόδων που πραγματοποιούνται από τους διαχειριστές ή τους ταμίες των Δ.Ο.Υ., τους ειδικούς ταμίες ή τα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) στα οποία έχει ανατεθεί η είσπραξη, καθώς και το περιεχόμενο των χρηματοκιβωτίων των Δ.Ο.Υ. είναι ακατάσχετα”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΟΔΗΓΙΩΝ

Άρθρο 19
Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2006/98/ΕΚ για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα της φορολογίας, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας

…………………………………………………..

Άρθρο 20
Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2007/74/ΕΚ του Συμβουλίου για την απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των εμπορευμάτων που εισάγονται από πρόσωπο που ταξιδεύουν από τρίτες χώρες

…………………………………………………..

Άρθρο 21
Ενσωμάτωση διατάξεων της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ και της Οδηγίας 2006/69/ΕΚ

…………………………………………………..

Άρθρο 22
Ενσωμάτωση του άρθρου 2 της Οδηγίας 2008/8/ΕΚ, σχετικά με τον προσδιορισμό του τόπου φορολόγησης της παροχής υπηρεσιών

…………………………………………………..

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23
Μείωση τέλους χαρτοσήμου επί των εγγραφών στα βιβλία κοινοπραξιών

1. Μειώνεται κατά το ήμισυ το τέλος χαρτοσήμου που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του π.δ. της 28.7.1931 (ΦΕΚ 239 Α), όπως ισχύει, για τις εγγραφές περί καταθέσεως ή αναλήψεως χρημάτων από τα μέλη τους στα βιβλία των κοινοπραξιών των οποίων η σύσταση προβλέπεται ειδικά με διατάξεις νόμων για την ανάληψη και εκτέλεση δημοσίων έργων. Η μείωση αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που από την εγγραφή ή άλλο έγγραφο αποδεικνύεται ότι η κατάθεση ή η ανάληψη αφορά σύμβαση, πράξη κ.λπ. υποκείμενη σε τέλος χαρτοσήμου, οπότε οφείλεται το προβλεπόμενο για τη σύμβαση, πράξη κ.λπ. τέλος χαρτοσήμου.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για εγγραφές στα βιβλία των κοινοπραξιών που πραγματοποιούνται από την 1η του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010.

Άρθρο 24
Ρυθμίσεις στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου

1. Καταργούνται οι διατάξεις των περιπτώσεων γ’ και δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α).

2. Καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 και οι περιπτώσεις ε’ και στ’ αναριθμούνται σε δ’ και ε’ αντίστοιχα.

3. Καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 1676/1986.

Άρθρο 25
Μείωση συντελεστών τέλους ταξινόμησης και άλλες διατάξεις

1. Οι συντελεστές τέλους ταξινόμησης των περιπτώσεων α’, β’ και ε’ της παραγράφου 2 του άρθρου 121, των περιπτώσεων α’, β’, γ’, δ’, ε’ και ζ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 123 και της παραγράφου 1 του άρθρου 124 του ν. 2960/2001, από την επομένη της ημερομηνίας κατάθεσης στη Βουλή του παρόντος νόμου έως και 7.8.2009, μειώνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%).

2. Αυτοκίνητα οχήματα και μοτοσικλέτες που εμπίπτουν στις ανωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις της παραγράφου 1 και για τα οποία μέχρι την έναρξη ισχύος της είχαν κατατεθεί παραστατικά τελωνισμού και δεν έχουν εκδοθεί αποδεικτικά είσπραξης ή είχαν παραληφθεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α) ή της παραγράφου 3 του άρθρου 133 του ν. 2960/2001 διέπονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

Αυτοκίνητα οχήματα και μοτοσικλέτες που εμπίπτουν στις διατάξεις της ανωτέρω παραγράφου 1 για τα οποία έχουν εκδοθεί αποδεικτικά είσπραξης του τέλους ταξινόμησης, πλην όμως δεν έχουν ταξινομηθεί μπορούν, μετά από αίτηση των εμπορικών επιχειρήσεων ή των ιδιοκτητών τους να υπαχθούν στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου με επανυπολογισμό του τέλους ταξινόμησης και συμψηφισμό του καταβληθέντος τέλους και επιστροφή της προκύπτουσας διαφοράς, με την προϋπόθεση ότι θα έχουν ταξινομηθεί μέχρι τη λήξη ισχύος της διάταξης της ανωτέρω παραγράφου 1.

3. Στην παράγραφο 2 του 121 μετά την Οδηγία 98/69 ΕΚ της περίπτωσης α’ προστίθεται η φράση “Φάση Β”, η αναφερόμενη Οδηγία 94/12 ΕΚ της περίπτωσης β’ αντικαθίσταται από την Οδηγία 98/69 ΕΚ Φάση Α και στις οδηγίες της περίπτωσης γ’ προστίθεται και η Οδηγία 94/12 ΕΚ.

4. Καταργείται το τέλος μεταβίβασης αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών τα οποία έχουν ταξινομηθεί έως και την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή και το οποίο επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α), όπως οι διατάξεις αυτές ισχύουν, για τη μεταβίβαση, από επαχθή αιτία, της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας, με αίρεση ή χωρίς αίρεση.

Η κατάργηση ισχύει για μεταβιβάσεις από επαχθή αιτία, της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας, οι οποίες πραγματοποιούνται από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης του παρόντος νόμου στη Βουλή μέχρι 7.8.2009.

5. Καταργείται το τέλος αδείας αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών που μεταβιβάζονται και έχουν ταξινομηθεί έως και την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή, το οποίο επιβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 2873/2000, όπως ισχύει, για την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας και για την αντικατάσταση ή ανανέωση αυτής.

Η κατάργηση ισχύει για τις άδειες κυκλοφορίας αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών, οι οποίες εκδίδονται από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης του παρόντος νόμου στη Βουλή μέχρι 7.8.2009.

Άρθρο 26
Τροποποίηση τελωνειακών διατάξεων

1. Στο άρθρο 122 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, ΦΕΚ 265 Α) προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως:

“6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου”.

2. α. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 123 του ίδιου Κώδικα, προστίθεται νέο εδάφιο ως ακολούθως:

“Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης, ως φορολογητέα αξία για τα φορτηγά οχήματα της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας λαμβάνεται η αξία της βάσης, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο 4, στην οποία προστίθεται και το κόστος της διασκευής”.

β. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 διαγράφεται.

γ. Μετά την παράγραφο 9, προστίθεται νέα παράγραφος 10, ως ακολούθως:

“10. Τα δικαιολογητικά στοιχεία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των φορτηγών οχημάτων ανεξαρτήτου προελεύσεως ή των εγχωρίως παραγομένων, καθορίζονται με την απόφαση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 126 του παρόντος”.

3. Τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παραγράφου 4 του άρθρου 126 αντικαθίστανται ως εξής:

“Με όμοια απόφαση συνιστάται Ειδική Επιτροπή για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των αυτοκινήτων οχημάτων της επόμενης παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου”.

4.α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 1573/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Για τη διαμόρφωση της φορολογητέας αξίας, λαμβάνεται υπόψη η εργοστασιακή τιμή, όπως αυτή εμφανίζεται στους υποβαλλόμενους από την αυτοκινητοβιομηχανία καταλόγους στην αρμόδια τελωνειακή υπηρεσία αξιών. Δεν αποτελούν διαμορφωτικά στοιχεία της τιμής αυτής οι κάθε είδους φορολογικού χαρακτήρα επιβαρύνσεις που έχουν ενσωματωθεί στο κόστος παραγωγής”.

β. Η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου καταργείται.

5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του ν. 1573/1985 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“2. Η φορολογητέα αξία για τα παραγόμενα οχήματα διαμορφώνεται σύμφωνα με τα κατά περίπτωση οριζόμενα στις διατάξεις του ν. 2960/2001, για κάθε κατηγορία οχήματος, προστιθεμένου του κόστους διασκευής του οχήματος”.

Άρθρο 27

1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 3697/2008 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

“Επίσης, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, δύναται να παύονται αζημίως για το Δημόσιο, ο πρόεδρος, ο διευθύνων σύμβουλος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου των ως άνω φορέων”.

2. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 78 Α’, που προστέθηκε στο ν. 1969/1991 με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του ν. 3756/2009 (ΦΕΚ 53 Α), οι πέντε τελευταίες λέξεις αντικαθίστανται με τις λέξεις: “τον Σύνδεσμο Επενδυτών και Διαδικτύου (ΣΕΔ)”.

Άρθρο 28
Μείωση μετοχικού κεφαλαίου Α.Ε. Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών

…………………………………………………..

Άρθρο 29
Καταστροφή αρχειακού υλικού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (τ. ΥΠ.ΕΘ.Ο.)

…………………………………………………..

Άρθρο 30
Τροποποίηση Οργανισμού του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού

…………………………………………………..

Άρθρο 31
Θέματα προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας

…………………………………………………..

Άρθρο 33
Τροποποίηση του ν.δ. 400/1970

1. Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 6 του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:

“Με αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (Ε.Π.Ε.Ι.Α.) επιτρέπεται, τηρουμένης της διατάξεως του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του παρόντος διατάγματος, σε εξαιρετικές οικονομικές περιστάσεις και μετά από αίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης η χρησιμοποίηση στοιχείων του ενεργητικού για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων, άλλων από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του παρόντος, καθώς και παρέκκλιση από τις μεθόδους υπολογισμού που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 8 του παρόντος, από τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 8 του παρόντος και τις μεθόδους καθορισμού της υπεραξίας χρεογράφων και ακινήτων από τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 17α του παρόντος. Ακόμη η Ε.Π.Ε.Ι.Α., με την απόφασή της αυτή θα θέτει κάθε φορά χρονικό περιορισμό έως δύο (2) χρήσεων, κατά τις οποίες θα ισχύουν στην αιτούσα ασφαλιστική επιχείρηση τα προηγούμενα εδάφια. Περαιτέρω, η Ε.Π.Ε.Ι.Α. θα δύναται με την ανωτέρω απόφασή της να θέτει όρους και προϋποθέσεις υπό τους οποίους και θα εφαρμόζονται οι ανωτέρω αναφερθείσες παρεκκλίσεις, αιτιολογώντας την απόφασή της ανά περίπτωση, ενώ μπορεί να παρατείνει για ένα ακόμη δίμηνο, χωρίς ειδική αιτιολογία, τους χρόνους υλοποίησης των προγραμμάτων βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης και οικονομικής ανασυγκρότησης που προβλέπονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 17γ του παρόντος διατάγματος”.

2. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 του π.δ. 23/2005, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ήδη λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος υποχρεούνται να διαθέτουν ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο: α) 3.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15, β) 2.000.000 ευρώ για τους κλάδους 1 μέχρι και 9 και 16 έως και 18, και γ) 3.000.000 ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2005. Ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο 4.500.000 ευρώ για τους κλάδους 10 μέχρι και 15, και για τις ασφαλίσεις ζωής μέχρι 31.12.2007 και 6.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15 και τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2010”.

3. Η περίπτωση (α) της παρ. 4 του άρθρου 111 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“(α) να έχουν πρόσβαση σε έγγραφα, βιβλία και άλλα στοιχεία, που τηρούνται σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, έγγραφη, μαγνητική ή άλλη) στους εποπτευόμενους φορείς ή σε άλλους οργανισμούς που εκτελούν χρέη θεματοφύλακα της περιουσίας ή ελεγκτή της οικονομικής κατάστασης των εποπτευόμενων φορέων, καθώς και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτά. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του ν. 2472/1997, όπως ισχύει, τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να επικαλεστούν επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο έναντι της Ε.Π.Ε.Ι.Α.”.

4. Στο άρθρο 120 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

“5. Τα πρόστιμα που επιβάλλει η Ε.Π.Ε.Ι.Α. αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου αρχίζει από την 16.2.2009”.

Άρθρο 34
Τροποποίηση του ν. 3229/2004

…………………………………………………..

Άρθρο 35
Σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Μισθών

…………………………………………………..

Άρθρο 40
Σύσταση Α.Ε. “Αναπτυξιακός Οργανισμός της Εκκλησίας της Ελλάδος”

…………………………………………………..

Άρθρο 42
Σύσταση Διεύθυνσης Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και άλλες διατάξεις

…………………………………………………..

Άρθρο 44
Τροποποιήσεις στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων

Κατά τη σύνταξη με αυτοσύμβαση οριστικών συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία σε εκτέλεση προσυμφώνων, που έχουν συνταχθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2000, επιτρέπεται η υποβολή της δήλωσης φόρου μεταβίβασης μόνο από τον αγοραστή ή τους ειδικούς ή καθολικούς διαδόχους αυτού, εφόσον συνταχθούν μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά τη σύνταξη των συμβολαίων αυτών, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, δεν απαιτείται η αναγραφή του αριθμού φορολογικού μητρώου του πωλητή και η προσκόμιση από αυτόν του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, του πιστοποιητικού ή της δήλωσης του άρθρου 81 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών και Γονικών Παροχών και του πιστοποιητικού του άρθρου 18 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α’). Αντίγραφα των οριστικών συμβολαίων, που καταρτίζονται κατά τα προηγούμενα, αποστέλλονται, με ευθύνη του συμβολαιογράφου, στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του πωλητή δημόσια οικονομική υπηρεσία.

Άρθρο 45
Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου

Α.1. Σε υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών και αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου, στις οποίες εφαρμόζεται, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας τους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α’), οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με την πρώτη εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων στην περιοχή, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέσα στο έτος της πρώτης εφαρμογής και πριν από αυτή. Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (ΔΟΥ), εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009, η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων.

2. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κατά την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου είναι ειλικρινή. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις.

3. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 της ενότητας αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη προσφυγή για την αξία των ακινήτων και εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι’ αυτές προδικαστικές αποφάσεις. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στο διοικητικό δικαστήριο την υποβολή της φορολογικής δήλωσης. Η δίκη καταργείται ως προς το ακίνητο για το οποίο υποβλήθηκε η δήλωση και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

5. Οι υπόχρεοι που θα υποβάλουν τη φορολογική δήλωση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, ο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος και το τέλος συναλλαγής ακινήτων που προκύπτει με τη δήλωση αυτή καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, ο δε φόρος κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες διμηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι η κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των πεντακοσίων (500) ευρώ, εκτός από την τελευταία. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών ή διμήνων αντίστοιχα από τη βεβαίωση.

6. Αν εξοφληθεί ολόκληρος ο οφειλόμενος φόρος μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%).

Β.1. Υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές, στις οποίες δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους και οι οποίες, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκκρεμούν ενώπιον των ΔΟΥ, περαιώνονται οριστικά ως εξής:

α) Σε υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων, για τις οποίες η οικεία δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την προεκτίμηση που προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ στην αρχική δήλωση, μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου ή πράξη μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

β) Σε υποθέσεις φόρου κληρονομιών, εφόσον γι’ αυτές έχουν κοινοποιηθεί πράξεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

γ) Σε υποθέσεις φόρου κληρονομιών, εφόσον γι’ αυτές δεν έχουν κοινοποιηθεί πράξεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία τη δηλωθείσα αξία κάθε ακινήτου προσαυξημένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ η οικεία φορολογική δήλωση, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές, στις οποίες δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη προσφυγή για την αξία των ακινήτων και εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής της φορολογητέας αξίας, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι’ αυτές προδικαστικές αποφάσεις. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στο διοικητικό δικαστήριο την υποβολή της φορολογικής δήλωσης. Η δίκη καταργείται ως προς το ακίνητο για το οποίο υποβλήθηκε η δήλωση και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

3. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κατά την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα στοιχεία του ακινήτου είναι ειλικρινή. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις.

4. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει κατά τις παραγράφους 1 και 2 της ενότητας αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 της ενότητας Α του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις της ενότητας αυτής.

Γ. Οι διατάξεις της ενότητας Α του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα στις υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου για τα ακίνητα τα οποία βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες σταδιακά επεκτείνεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους και εκκρεμούν κατά την έναρξη εφαρμογής του στις περιοχές αυτές. Η προθεσμία υποβολής της δήλωσης αποδοχής της φορολογητέας αξίας των ακινήτων ορίζεται σε τέσσερις (4) μήνες από την εφαρμογή του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας. Η προθεσμία αυτή, εάν υπερβαίνει το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την επιβολή του οικείου φόρου, περιορίζεται μέχρι ένα μήνα πριν από τη λήξη του χρόνου αυτού.

Δ. Οι υπόχρεοι που δεν έχουν υποβάλει δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων, φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών ή προίκας και φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων, δύνανται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009, να υποβάλουν την οικεία αρχική ή συμπληρωματική δήλωση χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου και δεν έχει κοινοποιηθεί η οικεία πράξη ή φύλλο ελέγχου.

Ε.1. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, με ταυτόχρονη εφαρμογή της ενότητας Α.

2. Οι διατάξεις της ενότητας Β του άρθρου 14 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α’) καταργούνται.

Άρθρο 46
Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας

1. Υποθέσεις Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας των ετών 1997 έως και 2007, που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών, περαιώνονται οριστικά με οίκοθεν ενέργεια του προϊσταμένου της αρμόδιας ΔΟΥ. Αν ο υπόχρεος επιθυμεί την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, μπορεί να υποβάλει σχετική αίτηση στον αρμόδιο προϊστάμενο ΔΟΥ μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2009. Οι υποθέσεις περαιώνονται με βάση τη δηλωθείσα αξία των ακινήτων προσαυξημένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%). Ειδικά για το έτος 1997 η αξία των εντός αντικειμενικού συστήματος ακινήτων δεν προσαυξάνεται με το ανωτέρω ποσοστό, εφόσον ο υπόχρεος έχει αποδεχθεί την προταθείσα από το Υπουργείο Οικονομικών αξία για τα ακίνητα αυτά.

2. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ως εκκρεμείς ορίζονται οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί δήλωση Φόρου Μεγάλης. Ακίνητης Περιουσίας και δεν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη. Η ρύθμιση αυτή δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί στο οικείο έτος μερική δήλωση και δεν έχει ακολουθήσει η υποβολή αρχικής δήλωσης.

3. Σε περιπτώσεις που έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία που προσδιόρισε ο αρμόδιος προϊστάμενος με το φύλλο ελέγχου, μειωμένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της δηλωθείσας αξίας, προσαυξανόμενης κατά το ποσοστό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

4. Υποθέσεις Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί δήλωση αλλά έχει εκδοθεί και καταχωρηθεί στο οικείο βιβλίο φύλλο ελέγχου Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας ή έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, περαιώνονται με βάση την αξία που έχει προσδιορίσει ο προϊστάμενος της αρμόδιας φορολογικής αρχής, μειωμένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

5. Οι υπόχρεοι που θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κυρώσεως, για τα ακίνητα που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος.

6. Η κατά τις παρούσες διατάξεις περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας γίνεται με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:

α) Περαιώνεται υποχρεωτικά η πρώτη κατά σειρά ανέλεγκτη και οι συνεχόμενες με αυτή ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση του νόμου αυτού.

β) Επιτρέπεται η περαίωση ορισμένων, μόνο, από τις ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση, με την επιφύλαξη των διατάξεων της ανωτέρω περίπτωσης α’.

γ) Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στο Δημόσιο κατ’ εφαρμογή του άρθρου αυτού δεν αναζητούνται ούτε συμψηφίζονται.

7. Για την υλοποίηση της περαίωσης των εκκρεμών υποθέσεων του άρθρου αυτού ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ συντάσσει Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας σε δύο (2) αντίτυπα στο οποίο περιέχονται για καθεμία υπόθεση και τα ακόλουθα στοιχεία:

α) το ονοματεπώνυμο του φυσικού προσώπου ή η επωνυμία του νομικού προσώπου,

β) η διεύθυνση,

γ) ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου,

δ) η αρμόδια ΔΟΥ και ο κωδικός της ΔΟΥ στην οποία υπεβλήθη η τελευταία ανέλεγκτη δήλωση,

ε) τα έτη που εκκρεμούν,

στ) το σύνολο της φορολογητέας αξίας κατ’ έτος και κατά δήλωση,

ζ) ο φόρος που καταβλήθηκε κατ’ έτος βάσει δήλωσης,

η) το σύνολο της φορολογητέας αξίας κατ’ έτος που προκύπτει σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 4 του παρόντος,

θ) ο φόρος πού προκύπτει κατ’ έτος σύμφωνα με τη φορολογητέα αξία των παραγράφων 1, 3 και 4 του παρόντος,

ι) το σύνολο του φόρου περαίωσης κατ’ έτος και το σύνολο της οφειλής,

ια) το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί με την υπογραφή του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περαίωσης.

8. Αν οι αρμόδιες για τα ανέλεγκτα έτη ΔΟΥ είναι περισσότερες από μία, το Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας εκδίδεται από τον Προϊστάμενο της ΔΟΥ που είναι αρμόδιος για το τελευταίο ανέλεγκτο έτος, μετά την αποστολή των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων περαίωσης από τις ΔΟΥ που είναι αρμόδιες για τα προηγούμενα έτη, μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 2009.

9. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας για την έκδοση του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας ΔΟΥ επιδίδει ένα αντίτυπο αυτού στον υπόχρεο, ο οποίος δύναται να το αποδεχθεί εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοσή του, καταβάλλοντος το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού ποσού περαίωσης. Η υπογραφή από τον υπόχρεο του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περαίωσης και η καταβολή του ανωτέρω ποσοστού συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του, καθώς και όσων ορίζονται στο άρθρο αυτό σχετικά με την περαίωση των υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις όχι μικρότερες των εκατό (100) ευρώ με εξαίρεση την τελευταία. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου υπογράφηκε από τον υπόχρεο το Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου. Σε περίπτωση που καταβληθεί το σύνολο του ποσού μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%).

10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

11. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και λήγει την 30ή Οκτωβρίου 2009.

12. Οι διατάξεις της ενότητας Γ του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις ενιαίου τέλους ακινήτων νομικών προσώπων.

Άρθρο 49
Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται ειδικότερα στις επί μέρους διατάξεις του.

2. Ειδικά η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9 και των άρθρων 10 και 17 αρχίζει από την κατάθεση του παρόντος νόμου στη Βουλή.

Αθήνα, 22 Μαΐου 2009

Δείτε ακόμα

ΝΟΜΟΣ 4238/2014 Π.Ε.Δ.Υ. αλλαγή σκοπού ΕΟΠΥΥ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4238/2014

ΝΟΜΟΣ 4223/2013 Ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων

  ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4223/2013